20/6/17

Συντροφία




 στο μουχτερακι
 













Θα αφήσω όλα τα σπουδαία
Πισάρενα[1] ως είθισται
Θα πάω να βρω
Το αγαπημένο μου μουχτεράκι
Να ακούσω τις επιπλήξεις της
Να μουτρώσω να θυμώσω
Να μαλώσουμε
Να στεναχωρηθούμε
 
Προβληματισμοί
Γιατί δεν μπορούμε
να συζητήσουμε
ωσάν  πολιτισμένοι
λίγο θα λουφάξει
το σκαιό θυμικό
ύπουλο θα ενεδρεύει 
 
θα τρέξουμε αργοπορημένες
υπερουσία[2] θα μας αγκαλιάσει
θα ξεχαστούμε
στην εργασιοθεραπεία


[1] πισάρης = εκείνος που κάνει δουλειά ημιτελής


[2] υπερουσία = δουλειά, εργαλεία, συνήθως ειρωνικώς


Πλάνος κλινοκαίρης



Πλάνος κλινοκαίρης[1]
 
Sκορπίζει φθινοπωρινή μελαγχολία
Το αναποφάσιστο θέρος
Το κορμί αναζητά θαλπωρή
Να χουχουλιάσει
Αναχάπαρτα την δρόσο
Ανέστιος και πλάνης ο νους
Άσκοπα περιπλανάται
Αμάζευτος
Αλήτης αναιδής


















Πληγιασμένος επαίτης

Αναποφάσιστος
Αγνοεί
Το πλάνο αντικείμενο
του πόθου του
μοναχική πορεία















προς την ακαθόριστη
συγκεχυμένη
Γη της Επαγγελίας
Ράθυμα τα φλύαρα στρουθία
Σιωπηλή η βεράντα
Ζεστή κουβέρτα
Ραχάτιν 


[1] κλινοκαίρης =
φθινόπωρο

11/6/17

Weal




Is this weal[1]?
Χαρούμενο μελίσσι
Γεμίζει η αίθουσα
Γονείς, παππούδες, συγγενείς
Τρέχουν οι μαμάδες πίσω
Από τα τρυφερά βλαστάρια
Όλο κάτι διορθώνουν
Τα μαντήλια
Η παραπονεμένη τούφα
Που ξεφεύγει
 
Απλώνεται ακατάπαυστο
Το βουητό
Περιμένουν υπομονετικά
Καμαρώνοντας
Αντικαταστάθηκαν
Οι γυμναστικές επιδείξεις
 
Κοινωνικοποίηση
Thanks to TV
Άνεση, παρουσιάσεις
Άδολα, αγιοπούλλια[2]
Τρέχουν πάνω κάτω
καρδοπαίζουν[3]
γέλια, πειράγματα, αγωνία
ανακατεύονται
παλεύουν
αποθανατίζονται οι στιγμές
το κέντρο του σύμπαντος
κτυπά σε αυτήν την
ξεχωριστή στιγμή
εκατοντάδες πανομοιότυπες σκηνές
 
μοναδικά αργυροπαίδια [4]
αγγελοπρόσωπα
ακαταμάχητα
βήματα που χάνονται
λέξεις που κρύβονται
αμνοί
χρόνος μετουσίωση
ανικανοποίητα  ματαιωμένα
σαρκοφάγα
παλεύουν απατηλή επίπλευση
ατέρμονοι κλωνοποιημένοι
κύκλοι
παροδικές οάσεις
εφρονολόγιστα[5] pure αγαπίτζες[6]

 


[1] Weal= ευτυχία, ευημερία, μώλωπας, βουρδουλιά
[2] αγιοπούλλιν = αγαθό παιδί
[3] καρδοπαίζω = αγωνιώ, τρέμω
[4] αργυροπαίδιν = παιδί αγαπητό

[5] εφρονολόγιστος = χαρούμενος

[6] αγαπίτζα = το αγαπώμενο πρόσωπο

8/6/17

Επίσκεψη



‘Ερθε αθόρυβα
Όπως η αχειροποίητος
εικόνα σου
έκανε βόλτα στο
εγκαταλελειμμένο τοίχο
στο ημίφως
φάνταζε τρομακτικό
πρώτη ταυτοποίηση
 












Κρότων ο ρίκινος
σύνδρομο υπερκινητικότητας
δεν αφήνεται στο φακό
Συνειρμοί
Ερωτευμένη προνύμφη


 













Περιμένει υπομονετικά
Το θερμόαιμο σπονδυλωτό
Το γκρίζο αρθρόποδο
Απομυζά  το αίμα
Φουσκώνει
Κοκκινίζει
Τσιμπούρι 
 


Maybe νοσηρό kiss
Or  ανεπιθύμητος κνησμός
Μήπως αφελής άχρωμη
πασχαλίτσα
ευγενικά
απομακρύνθηκε
ο απρόσκλητος αταυτοποίητος
επισκέπτης
αφέθηκε να περιπλανάται
στην αχανή βεράντα
ελπίζοντας
να μην ενεδρεύει
το όψιμο ακέραιον[1] 



[1] ακέραιον = σώμα άψυχο

Love



Τι είναι η αγάπη;
Ζώο πιασμένο στην φάκα
Φυλακισμένος που αγαπά
Την φυλακή του
Ψάρι που σπαρταρά
έξω από το νερό
 














παραμύθι που σε κοιμίζει
γαλήνια















ψέμα που σε ανασταίνει
ευφροσύνη και πόνος
άπιαστο όνειρο
γοητευτική ψευδαίσθηση
ιλαρό μεθύσι
ζωή και θάνατος
υποχείριο του DNA
ο ήλιος που δύει
στο αφημένο δειλινό
λέξεις κλειδιά 
συναίσθημα

ζώντας


 

6/6/17

Ποικίλο ραχόπον



Ετοιμάζεται για την
Σκοτεινή νύχτα
το αγαπημένο Ποικίλο
γαλήνιο στο κουρασμένο δείλι
ο ήλιος βαριαναστενάζοντας
αποσύρεται
στο βλέμμα του 
ξεψύχησαν
τα όμορφα αγριολούλουδα
ζωντανεύουν
τα Thymus vulgaris
 
οι ευωδιές τους απλώνονται
διεισδύουν στο αγχωμένο νου
ημερεύει
τα άνθη φάροι για
τα γόνιμα  αγαπημένα insects
τα μάτια ξεκουράζονται
γεμίζουν από το μαβί
μπουκέτα καμαρωτά
απλώνονται ελεύθερα
αρυτόμητα 
στις διακριτικές πλαγιές
Flinders[1] rose
Εκθέτουν περίλαμπρα
 


Τα εσώτερα
Οι μέλισσες χορεύουν
Ασύστολα γύρω
Από τα ορθάνοιχτα άνθη
Ο αχός των τρανών
Δρόμων απωθείται
Ζηλεύουν τα ασύχαστα
Αυτοκίνητα
 
Η πόλις απλώνει απογοητευμένη
την σκληρή θωριά της
Η θάλασσα πέρα ασάλευτη
Στέλνει γλυκές χαιρετίες
Ντροπαλή η μαυροχωμία[2]
Αμίλητη διακριτική
Σκορπά αθέλητα
Σιωπηλή πικρία
Το ραχόπον
Αφιλοκερδώς
Απλώνει την γλυκόστομη[3]  αγκαλιά
Πετούν μακριά
Οι γκρίνιες τα παράπονα
Ηδεία η ζήση, το απόθαμα[4] πικρόν



[1] Θρύμματα

[2] μαυροχωμία = το μέρος όπου υπάρχει μαύρο χώμα, τάφος

[3] γλυκόστομος =
ευπροσήγορος, μειλίχιος

[4] απόθαμα = θάνατος

Μηρυκασμός



Ήρθε πάλι η κυρά
Θλίψη κουβαλώντας
Την ανημποριά
Βρίσκει τρόπο
Και τρυπώνει
αμπαρωμένη η πόρτα
μόνο τα παράθυρα ανοιχτά
να μπει η πρωινή δρόσος
οι ανάσες
των σιωπηλών λουλουδιών
 
μπορεί και τα σημερινά
ξεχασμένα όνειρα
να ήταν πικρά και ασήκωτα
είναι και το φβ
όλο συμβουλές
ζήσε λέει
πριν πεθάνεις ζήσε
δεν λένε κάτι
για τους πεθαμένους
τρόποι ανάστασης 
 
ζήσε για τον εαυτό σου
θα τον βάλω στο
Amber Alert του σύμπαντος
Μήπως βρεθεί
«Χάθηκε εαυτός
Απροσδιόριστος
Πάντα φευγάτος
Υποχθόνιος
ακατανόητος
όταν χάθηκε ήταν γυμνός
και αόρατος»
Ο ευρών αμειφθήσεται


5/6/17

Αγαπημένη συντροφία

Στο αγαπημένη μου συντροφία


Αξημέρωτα
Τα πουλάκια άρχισαν
Τις κελαϊδίες,
Ακούραστα συνεχίζουν
τάχατες
συγχρονισμένοι μονόλογοι
Γλυκείς διάλογοι
Κυρίευσαν τα μπαλκόνια
Φλερτάρουν τρυφερά
Πάνω στα γυμνά κάγκελα
 
Έρχεται και φεύγει
Το ερωτευμένο αρσενικό
Στροφές χορευτικές δείχνει
Το  ενδοτικό κορμί του
Τα ράμφη ενώνονται
Φιλιούνται παραδομένα
Στο πλάνο έρωτα
Οι μέλισσες εκστασιασμένες
 Χορεύουν τον Waggle Dance
Ψιλοτραγουδούν[1]
Πάνω από τα κρινόλευκα
Άνθη της σοφής μανόλιας
Λουλουδιασμένη όαση η βεράντα
Ο γαλαντόμος ιβίσκος
 












 

το αυτοφυές Στρύχνον το λυκοπερσικόν
αδύναμος ο κορμός
αθέατες βελονίτσες













γέρνει στην ταλαιπωρημένη αλόη
αναβλύζουν αναμνήσεις
στο απαλό χάδι
μυρωδιές από άλλες εποχές
λαίμαργες κρυψίνοες ακρίδες 
 












κεντούν τα δροσερά φύλλα
Πίνοντας καφέ
Αγαπημένη συντροφία [2]
Απλές σιγανές κουβέντες
Βίοι παράλληλοι
Στρουθία και άνθρωποι
Κουβεντιάζουν κελαηδούν
Ραστώνη
Αναζητώντας το μέλλον
Στα κεντίδια του καφέ
Σιωπηλή η γειτονιά
Τα αυτοκίνητα κοιμούνται
Ακατάπαυστα τα τρίστομα[3] σπουργίτια
Τα απασάρευτα οικόσιτα πλέον
Κοτσύφια συνοδεύουν
Πεταλουδίτσες κομψές
Αθόρυβες  μοναχικές
Περιδιαβαίνουν
Χαριτωμένα
Ψάχνοντας και αυτές
τον δρόμο της αγάπης

 


[1] ψιλοτραγωδώ = ψιλοτραγουδώ

[2] συντροφία =συνοδοιπορία
[3] τρίστομος = αυτός που έχει τρία στόματα, μεταφ. πολύ φλύαρος, λαλίστατος

3/6/17

Σινδόνη αγάπης




Πλανεύουν οι παραγωγοί
Των απορρυπαντικών
Ανταγωνίζονται
Τα ακριβά αρώματα
Γνώστες
Ακολουθώντας τον μαγεμένο αυλό
Χάνεσαι στο άγνωστο
Αφήνεις
Τα σίγουρα
Ταξιδεύεις στο άγνωστο
Χωρίς επιστροφή  
Διαχέεται η μαυλιστική ευωδιά
 












Αδύναμος ο εγκέφαλος
Υποκύπτει
Συνειρμικά αναβλύζουν
Πλούσια  αισθήματα
Ρούχα πλυμένα με φροντίδα
Το σίδερο απομακρύνει
Με περισσή φροντίδα 
κάθε τσάκιση
Αυτό το καλοσιδερωμένο
Ατσαλάκωτο 
Ευωδιαστό πουκάμισο
Θέλω να ακουμπήσω
 












Τον πονεμένο νου
Να ξαποστάσει
Να κοιμηθεί σαν μικρό παιδί
στην αγκαλιά της μάνας
Θέλω να το τσαλακώσω
Τα χέρια να εξερευνήσουν
Ξεχωριστά
Κάθε ευωδιαστή ίνα
να το χαϊδέψουν
Να έρθει στην προτέρα κατάσταση
Σινδόνη αγάπης
Ιδρώτας σώμα
Ζωντανό
Να ζήσει
Να διηγηθεί ιστορίες
Με ευτυχισμένο απρόσμενο τέλος

Άπιαστες διαθλάσεις





Αδυσώπητα ελκύει
 
Η μυρωδιά
Γητειά
Του απορρυπαντικού
Αφήνονται πίσω
Οι ακριβές κολόνιες
Τα φρεσκοπλυμένα ρούχα
Αγόγγυστα το σίδερο
Κολλά στο μαλακό ευωδιαστό
Ρούχο
Η στοργική θερμότητα
Απομακρύνει κάθε
Τσάκιση
Κάθε γρατσουνιά
Η ευωδιά της οικογένειας αναδύεται
Κρατιέται στις εύπλαστες
Ίνες
 
Αθέλητοι ισχυροί συνειρμοί
Cozy δωμάτια
Η αγάπη τριγυρνά ακούραστη
Θαλπωρή, φροντίδα
Αλληλεγγύη
Λιμάνια απάνεμα
Αδιάρρηκτος ιστός
Ποτισμένος με ενδιαφέρον
 
Αναμνήσεις
Από ασφαλή μήτρα
Ζεστή φωτιά
Καταφύγιο στην καταιγίδα
Ονειρικές ποθητές
Άπιαστες διαθλάσεις
 

2/6/17

Asmodeus



Γύρισες σε γύρισαν
από τους πολυπερπατημένους
Populous
άδειους δρόμους
Αναζητώντας τα Ηλύσια πεδία
Επί της γης
Τον κήπο της Εδέμ
Την  Γη της Επαγγελίας
Εκεί που σώμα ησυχάζει
Ικανοποιημένο
Η ψυχή γαληνεύει
Where s this place?
Κάπου μακριά
Εδώ οι σκέψεις
Κοχλάζουν στο κεφάλι
 
Αποτρόπαιες εικόνες
Σχίζουν ψυχή και νου
Υποχείριο του Asmodeus
Αλύπητος σε κυβερνά
Σου στέλνει τις αισχρές
Επιθυμίες του
No man’s land
Ιώ χωρίς Δία
Αναίτια
Περιπλανάσαι
Σε βρώμικους δρόμους
 
Αδηφάγοι ανελέητοι οίστροι
Σε τρυπούν
Αδιάκοπες θαβάρες[1]
Στριφογυρίζουν στον κουρασμένο νου
Αναζητώντας
Ζεστή φιλόξενη μητρική αγκαλιά
Νάμα στο βρώμικο πονεμένο κορμί
Λόγια τρυφερά να απαλύνουν
Την ταλαιπωρημένη ψυχή
Ματαίως


[1] θαβάρα = εφιάλτης