18/5/24

Νόστιμον ήμαρ

  



 

Γεν. 3,19                   ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τὸν ἄρτον σου, ἕως τοῦ ἀποστρέψαι σε εἰς τὴν γῆν, ἐξ ἧς ἐλήφθης, ὅτι γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ·[1]

 

 

Γεν. 3,18                   ἀκάνθας καὶ τριβόλους ἀνατελεῖ σοι, καὶ φαγῇ             τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ [2]

 


ξένοι στις αφιλόξενες στέπες

ξένοι στην μακρινή αδιάφορη πατρίδα

πικρή η γη της Επαγγελίας

δώρον άδωρο

λίθος του Σίσυφου

αγκάθια και τριβόλια

φυτρώνουν παντού

χώνονται βαθιά

στο σώμα



φουντώνουν τα βάτα

η αγριάδα κραταιά αχόρταγη

ακόρεστη

Λερναία Ύδρα

απλώνονται αδιάκοπα

τα ανθεκτικά της πλοκάμια

αποξηραμένοι βάλτοι

νερά της Στυγός αναδύονται

αδιάκοπα



πανηγυρίζουν

οι αιμοδιψείς κώνωπες

κουρνιάζουν κοροϊδευτικά

στους νεροπότες  ευκαλύπτους

νικημένοι μουρμουρίζουν

ακατάβλητος πολιορκητής ο βάλτος  

κοάζουν τα βατράχια

χοροπηδούν ολούθε

μοναδικές βραδινές συναυλίες

δωρεάν



αλμυρό το χώμα

ποτίζεται εμπλουτίζεται

με τα αλμυρά δάκρυα

τον ίδρωτα που ρέει άφθονος

ασταμάτητα

Αούτοι

μουγκρίζουν οι ιερές

αγελάδες

οικογένεια

σιωπηλές συνομιλίες

στα μάτια τους καθρεπτίζεται

η παραπονεμένη θλίψη



γυρίσουν τα πρόβατα

το δειλινό

κοπάδι υπάκουο 

αμίλητο

σκυφτά τα κεφάλια

ακολουθούν τον ποιμένα

διασχίζουν

τον μονότονο κακοτράχηλο δρόμο

ο σκύλος χαρούμενος χοροπηδά

ξένοιαστος

 


 



[1] Καθ' όλον το διάστημα της ζωής σου με τον ιδρώτα του προσώπου σου θα τρώγης τον άρτον σου, μέχρις ότου αποθάνης και επιστρέψη το σώμα σου εις την γην, από την οποίαν και έχει πλασθή· διότι χώμα είναι το σώμα σου, στο χώμα θα καταλήξη και χώμα πάλιν θα γίνη”.

 

[2] Αγκάθια και τριβόλια θα σου φυτρώνη η γη και θα τρέφεσαι με τα χόρτα του αγρού.

 

16/5/24

thanks to Morpheus



ενύπνια

γαλήνη απλώθηκε

στο σώμα

γερό υγιές δυνατό

δραστήριο

αναδύθηκε

γιατρεμένο



η ψυχή αισιόδοξη

ήρεμη σίγουρη

πλημμυρίζει ελπίδα

αέρας γλυκιάς

χαράς φυσά απαλά

χαϊδεύει τις ώριμες παρειές



νεανικές πεταλούδες

πετούν ελεύθερες

θαλπερό παρόν

ευοίωνο μέλλον

όλα καλά αναδύονται

ανύπαρκτα αντικαταθριπτικά

λησμονημένα μορφινούχα ενύπνια

μπόλιασαν ανεπαίσθητα

το μέλανα θυμικό

διαλύθηκε αβοήθητο



άυλες αναθυμιάσεις

έδιωξαν μακριά

την πίκρα την μιζέρια

ρόδινη αυγούλα

με χάρη και τσαλίμια

χορεύει τραγουδά

σκορπά χαμόγελα

τίποτα δεν σκιάζει

τον χαρμόσυνο ουρανό



τα γκρίζα νεφόπα παιγνιδιάρικα

κυνηγούν τον ήλιο

η σκαιά ζήση transformed

σε νεαρό prosperous  έαρ  

αναιτιολόγητα ανεξήγητα

thanks to Morpheus


παραπετάσματα



τρέχει ο χρόνος

αστραπή

διασχίζει την αδιάφορη

φύση

και αυτοί δειλοί φοβισμένοι

τον παρατηρούν

που βιάζεται απομακρύνεται

ιλιγγιωδώς μακραίνει

διαστέλλεται

σκορπίζουν όλα



ανόητοι

δεν τολμούν

θλιμμένοι ατενίζουν

τα τοπία

τα καταπίνει η ταχύτητα

δεν προλαβαίνουν

να δουν

να απλώσουν τα άψυχα

χέρια

να πιάσουν την ζωή

την επιθυμία



αναμένουν την τύχη

την ζωή τον άλλο

να κάνει το πρώτο βήμα

ιώβεια υπομονή

κόνικλοι

τρεμοπαίζει

η μίζερη καρδιά

ελπίζει σιωπηλά

περιμένει τον σκανταλιάρη έρωτα

να μεριμνήσει

για ταπεινούς

να κάνει το θαύμα του



but  αούτος[1]

περί άλλα τυρβάζει

αφήνει τους επίδοξους εραστές

αβοήθητους

χαμένους στην πολύβουη έρημο

παρατηρητές

πίσω

από βαριά θολά παραπετάσματα 



 



[1] αυτός,

15/5/24

απόσυρση



ξεπροβάλλει το δείλι

έρχεται αναπόφευκτα

σέρνει νοσταλγία

ανέφικτα όνειρα

χαμένες προσδοκίες

ο ήλιος πολεμά

νικημένος να δώσει

την τελευταία μάχη



σαν παιδάκι

που δεν θέλει

να πάει να κοιμηθεί

επιμένει να μείνει

στις activities

των μεγάλων

κρυφοκοιτά πίσω

από τους σκοτεινούς λόφους

υποτάσσεται πικραμένος στο ριζικό



τα συννεφάκια τον συντροφεύουν

παίζουν μαζί του

τον καλύπτουν

απομακρύνονται

γελούν

ροδίζουν σεμνά

αιδώς τα κυριεύει

ακολουθούν και αυτά

το άχαρο πεπρωμένο



αλλάζουν χρώματα

σχήματα

διαλύονται χάνονται

επανέρχονται ακούραστα

πλησιάζει η νύχτα

άγνωστη μυστηριώδης

ερεβώδης ζοφερή

τρομακτική σαγηνευτική



υπόσχεται αδρεναλίνη

θρίλερ 

ένταση τρόμο

έρχεται μεγαλόπρεπα

με self confidence

δυσοίωνη 



9/5/24

πτώση



έρχονται οι σκληρές γιορτές

οι αναστάσιμες μέρες

ανυπόφορες μοναχικές

μια απέραντη αδυσώπητη έρημος

την περικλείει ασφυκτικά

πνίγεται



με κόπο κλείνει το στόμα της

να μην ξεφύγουν

οι αποτρόπαιες κραυγές

που την πνίγουν

ορμούν να ξεχυθούν

να διαφύγουν

άλαλη περιφέρεται

σιωπηλή μέσα στους σκαιούς

τέσσερις τοίχους



σκεφτική

προσπαθεί να καταλάβει

τι έγινε που έφταιξε

αφοσιωμένη

στον σύζυγο στην οικογένεια

δούλα και κυρά

όλα τα χρόνια

μαζί

βασίλισσα και housekeeper

δουλειά και φαμελία

πεντακάθαρη και τακτοποιημένη

η φωλιά της

τα φρόντιζε ακούραστα

όλα



σίγουρη για τον άνδρα της

για την ζωή της

τι έγινε

και μια βαριά πόρτα

βρόντηξε στο απορημένο πρόσωπο της

έχασε τον κόσμο από τα μάτια της

σκοτείνιασε η πλάση

η ρουτίνα της εξερράγη



απέμεινε ολομόναχη

με το κεφάλι να βουίζει

καλαμιά στον κάμπο

να την βαράνε οι αδιάφοροι

δυνατοί αέρηδες

να την παρασέρνουν

στην άβυσσο της μοναξιάς

να τρέμει στο ζέφυρο



τίποτα δεν έχει

όλα ήταν αυτός

που ξεπέρασε τον κοινό

πολύχρονο βίο

τα βάσανα τις δυσκολίες 

το καινούργιο η νιότη

ανίκητο μαγνητικό πεδίο

τον ρούφηξε

σε μακρινή χοάνη

πάει

χάθηκε



απέμειναν κιτρινισμένες

εύθρυπτες φωτογραφίες

ξεφυλλίζει με απελπισία

τα παλιά άλμπουμ

κοιτά

τα ξεπερασμένα

βίντεο

γάμος βαφτίσια  γιορτές

they disappeared