19/10/19

Ελπίδα όπως Άνοιξη


Πεθύμησα την άνοιξη
Με τα πολλά λουλούδια
Που όλο κάτι υπόσχεται
Με γέλιο και με χάρη
Όσα είναι τα άνθη
Του αγρού
Τόσες είναι οι ελπίδες
Χαρούμενα πόδια τις πατούν
Ο ήλιος του καλοκαιριού
Αλύπητα τις καίει
Ασυλλόγιστες πάντα
Ανθούν θάλλουν
Τον κόσμο πλημμυρίζουν
Αθέλητα παραδίνεσαι
Στο πλάνο άκουσμα τους
Τρέχεις ανυπόμονα
Το ανύπαρκτο Όνειρο
Να πιάσεις
Πότε θα έρθεις
Άνοιξη με τα πολλά λουλούδια
Να ανοίξει λίγο η ψυχή
Να ελπίσει να ξεχάσει
Να ζήσει σαν πεταλούδα
Ανάλαφρη
Και στο λυκόφως το πικρό
να γείρει
Να κοιμηθεί
Σαν να μην έχει ζήσει
 

13/10/19

ψη


ψη[1]
Αχ ψυχή ονειροβατούσα
Ποτέ δεν απελπίζεσαι
Σέρνεσαι κατακρεουργημένη
Ελπίζεις στο αδύνατο
Λαρώνεις τις αθεράπευτες πληγές
πλάθοντας
Παραμύθια με ωραίο τέλος
Δημοκρατική άνασσα
Βρίσκεις πάντα τον καλό καλό σου
Αφήνεσαι στο πλάνο όνειρο
Χορεύεις στον κόσμο των σκιών
Αέρινη ελαφροπερπατούσα











Χάνεσαι πετάς
Καθώς σέρνεσαι στην βρώμικη γη
Το στόμα σου γεμίζει με βούρκο
Τον μετουσιώνεις σε νέκταρ
Διαπερνάς την πύρινη κόλαση
Νυχτοπεταλούδα
Τέφρα στον ήλιο
Που τολμάς
Να κοιτάξεις άφοβα
κατάματα
30-8


[1] ψη =ψυχή


12/10/19

For ever



Ξενυχτά παραφυλώντας τον χρόνο
Που έρχεται αυθάδης σκληρός
Αφήνει τα αισχρά
Ανεπιθύμητα ίχνη του
Ο ύπνος άπιστος εραστής
Έρχεται για λίγο
Και εξαφανίζεται
Σε άλλες γειτονιές
Λεπτό φάντασμα
Τριγυρνά απελπισμένο
Σε σπίτι που αδειάζει
Σιγά σιγά
Μακάριος ο σύντροφος
Γουργουρίζει γλουγλουκίζει
Αθώος αμέτοχος
Στο σκληρό φως της μέρας
Η νιότη  γύρω της flourishes
Φουντώνει αδιάντροπα
Άφοβη αφήνεται
Στο δυνατό φως του ήλιου  
Τα δέρματα λεία αρυτίδωτα
Τα μάτια αστράφτουν
Η αισιόδοξη ανέμελη οσμή της νιότης
Την ξεκουφαίνει
Τα χαζόγελα αντηχούν
Αβίαστα απλώνονται
Το δικό της όμορφο ώριμο στόμα
Κλείνει ζαρώνει  
Η απώλεια το πένθος
Καρφώθηκan αμετάκλητα
Βαθιά  
For ever


10/10/19

Imagination



Δειλά ταράσσει ο ήχος
Του κουδουνιού
Το ακούραστο YouTube
Αχνή μορφή σε θολή οθόνη
Ήρθε απρόσκλητος επιθυμητός
Δειλός και θαρραλέος
Αγκομαχώντας το ασανσέρ
Ανέβηκε τις σκάλες
Απλώθηκε άκρα σιωπή
Στο άχρονο το σύμπαν
Άρρητος ο λόγος
Φλύαρος ακράτητος
Τα μάτια και η επιθυμιά 
Κανόνισαν τα πάντα
Άγνωστοι ξένοι
Μακρινή σκοτεινή ανάμνηση
Μυρωδιάς
Από πεθαμένο χρόνο
Σαν βρέφος έγειρε
Απαλά ήσυχο χορτασμένο
Γαλήνη  ομορφιά
Απλώθηκε στον κόσμο
Μια μελωδία μαγευτική
Ακροπατώντας αρμονικά
 Ήρθε και θα μείνει

Ελαιόπον



Φορτωμένο με δώρα
Το διπολικό φθινόπωρο
Απλώνεται
Λυγίζουν με χάρη
Τα κλαδιά γεμάτα ζουμερές ελιές
Πράσινες μελαχρινές
Μικρές μεγάλες
Χοντρούλες λεπτές
Ξεπροβάλλουν  ανάμεσα
Στα σκούρα green φύλλα
Θάλλουν στο αστικό τοπίο
Στα στενά πεζοδρόμια
Αργοπορούν τους βιαστικούς πελάτες
Αθέλητοι μέτοικοι
Μεγαλώνουν ανάμεσα
Στο άνυδρο σκληρό μπετόν
Ακίνητες
Ενταγμένες όμορφα στην άμορφη πόλη
Τα μάτια καθηλώνονται
Στους γόνιμους καρπούς
Καθυστερούν
Τα σφικτά χείλια χαμογελούν
Ασυναίσθητα
Ο νους ταξιδεύει
Σε κάμπους μακρινούς
Ξέγνοιαστους
Τα γέλια και τα τραγούδια
Σκεπάζουν τα στριμμένα κορναρίσματα
Τα δάκτυλα βυθίζονται
Στην  εύσαρκη σάρκα
Ελευθερώνεται ο θείος  χυμός
Κυλά στο διψασμένο δέρμα
Απαλύνει λαρώνει