29/10/16

απαράγβαλτη ΄






Μας θυμήθηκε
ο καταπονημένος ηλιάκος
εμφανίστηκε
σιγά σιγά
στο χλωμό του φως
σβήνουν τα βραδανά[1]
το παραλυτικό φόεμαν[2],
η ύπουλη θαβάρα[3]
η τρομερή ταβάρα[4]
και ο βραρυχνάς[5] σωπαίνει
κρύβεται
πέρασε το ρίγος
έρχεται η αγαθή καταθάρρα[6]
γελαστή και αισιόδοξη
μεταδοτικό αχνό μειδίαμα
η απαράγβαλτη[7] καρδιά
θαρρεύκεται[8] αλλομίαν
στρέφεται αλλού ο νους
ο άπιστος Μορφέας
συγχωρείται














απομακρύνονται
πέρα από τον ορίζοντα
αθέατα στους μεστωμένους οφθαλμούς
τα οδυνηρά facts
τώρα το πάνω χέρι
στην χαζοβιόλα ελπίδα
όλα καλά
όλα καλά θα πάνε 



[1] βραδανός =βράδυ

[2] φόεμαν = φόβος, τρομάρα

[3] θαβάρα = εφιάλτης

[4] ·  ταβάρα - εφιάλτης
[5] ·  βαρυχνάς - εφιάλτης
[6] καταθάρρα = θάρρος

[7] απαράγβαλτος =μη ξεπροβοδισθείς, άτολμος, δειλός

[8] θαρρεύκουμαι = ελπίζω, έχω θάρρος

Μνημόσυνο



















Πέρασαν οι μέρες
Η  λήθη απλώνει
τις σκοτεινές φτερούγες της

















το σκοτεινό κύμα
αφάνισε τα χνάρια
η στυγνή καθημερινότητα
φουσκωμένη με πλήθος
σημαντικών αχρήστων
σβήνει την παρουσία
ς νθος μαράθηκες
Σαν όνειρο ταξίδευσες
Έφυγες μακριά
Πάντα κόνις, πάντα τέφρα, πάντα σκιά
Αέρας σκόρπισε
Το πονεμένο σώμα
Τέλος
Αμετάκλητο
Πς παρεδόθηκες τ φθορ,













Πως συνεζεύχθης τ θανάτ;
Ανάπαυσον
ένθα ουκ έστι πόνος, ου λύπη, ου στεναγμός,
αλλά ζωή   ατελεύτητος.
Καλό παράδεισο

23/10/16

κουρταρομονή





αλλομίαν[1] ήρθες απρόσκλητος
ανεπιθύμητος
πέτρα του Σίσυφου στο στήθος
ασήκωτο το κορμί
ο γλυκός ήλιος, τα σοφά έλατα
ο γαλανός ουρανός
 
















οι  ανέμελες κελαηδίες[2]
των ντροπαλών πουλιών
τα ταπεινά ρόδινα
αγαπημένα κυκλάμινα
ανίσχυρα
έφερες το πίκραιμαν[3]
αθόρυβο, αθέατο
πανίσχυρο
υψώνεται το βουνό
υπομονετικό
τα γέλια των παιδιών
τα αστεία
σκορπίζουν στο δροσερό αεράκι
μακριά η κορυφή
theres no cure
 












ανόητη ψυχή
νοσηρή
άπλωσε η αγαθή φύση
την ευωδιαστή αγκαλιά της
με παρέσυρε στον
χαρούμενο χορό της
τα δάκρυα έγιναν ιδρώτας
κύλησαν απομάκρυναν  την μορφή σου
το πονεμένο άρρωστο νερό
πίκρανε το χώμα
το σώμα ανάλαφρο
κάθαρση













ψηλά το κεφάλι
ο ήλος smiles καλόκαρδα
έριξε ανεμόσκαλα
πιάστηκα
ανέβηκα βύθισμα
κουρταρομονή[4]
I will survive
la vie est belle



 




[1] αλλομίαν = άλλη μία φορά, πάλι

[2] κελαηδία = κελάδημα

[3] πίκραιμαν = πίκρα, μεταφ. λύπη, θλίψη

[4] κουρταρομονή = απελευθέρωση, απαλλαγή, σωτηρία

22/10/16

Άδραστα






Ήρθε πάλι το σκανταλιάρικο κοτσύφι
Αμέριμνο
Σκάλισε το χώμα
Καταφύγιο
Στις multicultural γλάστρες
Ικανοποίησε τις όποιες ανάγκες του






Τράπηκε σε φυγή
Απτόητος ο νεόφερτος
Νεαρός  άσπρος ιβίσκος
Εκπέμπει τα θαλερά άνθη του
Ανθεκτικά
 












Πλήρης μπουμπουκιών
Εύρωστος
Ξεχειλίζει από δύναμη
Ζωή
Ακμαίος
Ανυπόμονος
Θέλει να ζήσει
Self confidence  
Παραδίπλα ο όψιμος
Κόκκινος ιβίσκος
Ήρεμος
Γαλήνιος
σιωπηλός
Γεμάτος σοφία
Αξιοπρεπής
Διακριτικός
Χαρίζει τα εφήμερα άνθη του
Δεν καρτερεί τίποτα
Ξενόκολος[1]
Αδηφάγες μελίγκρες
Στήνουν χορό 
Οι δορυφόροι watch them continuously
Άδραστα
 


[1] ξενόκολος = πολύ φιλόξενος

16/10/16

ζητηλάνος



 













επί του πεζοδρομίου
δίπλα στην λαϊκή
ο[1] ζητηλάνος
νέος αλλοδαπός
από την μακρινή Ασία
σκυμμένο το κεφάλι
σεμνός
ένα μήλο πλάι του
χαμαί
ζητά βοήθεια













πεινώ
με σιγανή φωνή
προσπέραση
σε ασφαλή απόσταση
το κεφάλι ίσια μπροστά
να μην συναντήσει το βλέμμα
καίριες θέσεις επαιτείας
αρχίζουν οι σιωπηλοί
αιώνιοι επαναλαμβανόμενοι
προβληματισμοί
χωρίς απαντήσεις
με αδιαμφισβήτητες δικαιολογίες
τι μπορεί να κάνει ο άνθρωπος
αντί πινακίου φακής
Ησαύ
Όλα στα πήραν
Η όμορφη άσπλαχνη Ρεβέκκα
Κινεί τα νήματα
ο δράκος της πείνας
ακαταλόγιστος
ανίκητος
απελευθερώνεται
για ένα κομμάτι ψωμί
ευτελές το ποσόν στην τσάντα
όσο μια ανθρώπινη ζωή
μια μπουκιά φαΐ
αγρίμι
το ένστικτο της επιβίωσης
σέρνει το άμοιρο σώμα
προσπέραση
άγονοι προβληματισμοί
the solution
αστέγωτος[2]
και εσύ
γυρευός τροφής  και αγάπης









[1] ζητηλάνος = ζητιάνος, επαίτης

[2] αστέγωτος = αστέγαστος

15/10/16

Fall



Γλυκό παραπονιάρικο
Αεράκι
Το σώμα αισθάνεται
Την μελαγχολία του ήλιου
Αναζητεί
Την θαλπωρή της αγκαλιάς σου
Η σκέψη αργοπορεί
Περιβάλλει παραπονεμένα
Με μητρική τρυφερότητα
Την πάντοτε μακρινή
Σιωπηλή
Αχειροποίητη εικόνα σου


 
Περιμένει άλογα
Ελπίζει ματαιωμένα
Θα φανείς
Τρυφερός ήλιος
να χλιαίνει[1]
την μεθοπωρανή[2] δροσιά
τα αζέστατα μονοκάλιβα[3]
να ησυχάσουν
ασφαλή
ανταποδοτικό κούρνιασμα
η ραθυμία[4]
γλυκό φαρμάκι
απλώνεται αθόρυβα
παραλύει θέληση σάρκα
αδύναμο ρίγος
οι hopes ασθενικά φθινοπωρινά
φυλλαράκια
παλεύουν
σκληρή αποκλάδωση
παρασύρονται μακριά
σε ασφαλτωμένο χώμα
άκαρπα
σε βδελυρές χωματερές
αλί ας φορέσω τα κοντόρταρα[5]


[1] χλιαίνω = θερμαίνω, ζεσταίνω

[2] μεθοπωρανός = φθινοπωρινός

[3] μονοκάλιβα = με γυμνά πόδια

[4] ραθυμία = επιθυμία

[5] κοντόρταρον = κοντή κάλτσα

9/10/16

Fanfare







Αντρέι Εφίμιτς Ράγκιν
Πόσες φορές σε θυμήθηκα
Πόσες φορές ντράπηκα
Για την αλαζονεία μου
Νόμισα ότι είναι κατορθωτή
Η ανθρωπιά
Είναι δυνατόν να βρεθεί
Το λάθος
Να διορθωθεί
Να παλέψεις και να κερδίσεις
Τα αυτονόητα
Το ουδείς εκών κακός
Ουδείς ένοχος













Αθώοι καθαροί
Ήρωες όλοι
Αδίστακτοι εγωκεντρικοί
Σατραπίσκοι
Θύτες και θύματα
Βρωμεροί παραδομένοι μισάνθρωποι
Ηλίθιοι ανίκανοι Σίσυφοι
Η πέτρα που σπρώχνουμε
Πλακώνει ανερυθρίαστα ηθικά
Τα  εξαρτημένα μέλη
Χωρίς ελπίδα
Αποκαμωμένοι
Η εξουσία αδυσώπητος
Τύραννοι και δούλοι
Μαστίγια και γονυπετεία
Συμπληγάδες Πέτρες
Ιανοί
Καταπιεστές –καταπιεσμένοι
Ανέλπιδοι ματαιωμένοι
Κουρασμένοι
Δικαιολογημένοι αισχροί
αθέλητες περιστροφές
σε ισχυρά μαγνητικά πεδία
αδύναμοι να δραπετεύσουμε
ας λουφάξω
η αλήθεια μου απλή
ανίσχυρη
ο δρόμος καθορισμένος
νευρόσπαστα υποκριτικά
αναπόδραστη πορεία
ένοχοι η κοινωνία το κράτος
αόρατα μακρινά
ακαθόριστα απροσδιόριστα
ας βρούμε το αποδιοπομπαίο τράγο
πάντα κάποιος βρίσκεται
ας ενωθούμε οι δίκαιοι
ας νίψουμε τας χρηστάς χείρας 
αυτός είναι ένοχος
ας οδηγηθεί σε δίκη
στο σφαγείο
σταθείτε 
τι κάνουμε;
ας βρούμε πρώτα τον αντικαταστάτη



  



8/10/16

Χαχαλεύωντας



Χαχαλεύωντας [1]
σε απασάρευτες βιβλιοθήκες
Άναρχες
Αναρχειοδέτητες
Περνάει ο χρόνος
Αναζητώντας τους καρπούς
Του παρελθόντος
Για το παρόν
Εκκαθαρίσεις
Μάταιες
Χαρτιά φωτοτυπίες ατελείωτες
Ενδύματα υπομονετικά
Old and new fashion
Έρμα διφορούμενο
Χαρτιά αντικείμενα ρούχα
Likely or not  ρίζωμα
Πυκνό αδιαπέραστο

Κρατιέται η μνήμη
Η ζωή
Από παρελθοντικά 
Αστήριχτα στηρίγματα
You are your past
Τα μακρινά αροψεκαικά[2]
Καθαρίζεις παρατημένο αγροτεμάχιο
Με τα αδύναμα
θουμουρασμένα[3]
αστικά χέρια σου
Η αγριάδα ρίζωσε
Κάθε ριζίδιο που εκριζώνεται
Εκσφενδονίζει
Μύριους γόνιμους σπόρους
Γρατζουνάει το παρελθόν
Ξεσκίζει το σωθικά
Ατάραχο απρόσβλητο
Στέκει στον λαμπρό ήλιο
Στα αβυσσαλέα σκοτεινά
Τάρταρα 
Χιτώνας του Νέσσου 
 



[1] χαχαλεύω = αναζητώ, ερευνώ, ψάχνω

[2] αροψεκαικά = προχθές

[3] θουμουράζω = γίνομαι μαλακός, απαλός, υπερωριμάζω

4/10/16

The Sound of Silence



Έρχεται πάλι η διακριτική
Σιωπηλή αχειροποίητη εικόνα σου
Αυτό το πλάνο ανεδαφικό όνειρο
Πληρώνει το άυλο την
Ασταθή ύπαρξη
Χαρμολύπη απλώνεται
Παλεύουν απεγνωσμένα και τα δύο
Η ελπίδα που ψυχομαχεί
Ελπίζει ανέλπιδα
Άτλαντας ανασταίνεται στην
Θύμηση σου
I have nothing
Τα χέρια ανάγλυφα
Κηλίδες πόνου
Ο κακοτεχνίτης χρόνος
Σκάβει με τα γαμψερά
Βρώμικα νύχια του
Μαλλοχτουπίζει[1] ασύστολα
Φθινοπωρινά φύλλα
Απογυμνώνει άλση
Επικάθεται η πικράδα
Στα αθηρωματικά αγγεία
Ολοζώντανη η επιθυμία
Ο έρωτας έφηβος
Αγνός αθώος
Εύελπις
Ανοιξιάτικο πρωινό
Θαμπώνει την όραση
Ο ποθητός ήλιος
Μαλακώνουν τα σκληρά
Χρώματα της αλήθειας
Απρόσιτη βραχώδης
Ξέρα
Ουργιάζει ο ωκεανός
Αγριεύει
Άμορφη μάζα τα μηνύματα
Πολτός διαλύονται
Στην αλμύρα
Ακούραστα στέλνονται
Μόνο τα κύματα
Φέρνουν πίσω
Τις άηχες εγκλίσεις
Τα άθλια remains
Σελφάρισε
Γκουγκλάρισε
You will find me



[1] μαλλοχτουπίζω = μαδώ, τραβώ τις τρίχες της κεφαλής

2/10/16

Amoeba, Id, Ego,



Αυτό το αλόξενο[1]
Πεπερασμένο σαρκίο
Εγκλείει ερμητικά
Την ακυβέρνητη άγνωρη ψυχή
Συνεχώς μεταβαλλόμενη
Εκείνο
Αμοιβάδα [2]
Ανίδωτη
Απρόσιτη και σκοτεινή
Μουλωχτή υποχθόνια
Σιωπηλή 

 
Ατμός ζέον
Ενόρμηση
Αναζητεί να εκτονωθεί
Έκρηξη
Διαχέεται
Κατάληψη υπάρχοντος
και μη υπάρχοντος χώρου
ακούσια μαινάδα
ιερά μανία
άμοιρο Εγώ
αγωνίζεται ματαίως
να επιβάλλει ευπρέπεια
απαρατήρητο ένα με το πλήθος
μέσα στα αποδεκτά πλαίσια
Εκείνο αγωνίζεται
Δραπετεύει
Δεν κάμπτεται
Πρόσκαιρα προσποιείται
Πειθαρχεία υπακοοή
Προβάλλει υγιές μαχητικό
Άναρχο τρελό
Έρχεται η πραγματικότητα
Στεγνή σκληρή ντροπιασμένη
Το μαζεύει
Αφανίζονται kai τα δυο
στα σταθερά σχήματα






[1] αλόξενος = παντελώς ξένος

[2] Amiba, from the Greek amoibè (μοιβή), meaning "change