31/3/20

παραπονεμένη νοσταλγία


Στέκει στητή μοναχική
Ολάνθιστη
Διαρκώς στολίζεται
Με καινούργια άνθη
Η αγαπημένη οικόσιτη
Βιολέτα
Διαχέεται μελωδικά
Η σαγηνευτική ευωδιά της
Στην εκπνοή του ανέμου


Εικόνες αγαπημένες
Ευπρόσδεκτοι επισκέπτες
Σκηνές από παιδικές ταινίες
ο μελαγχολικός επιτάφιος
το θείο δράμα
τα μάτια του πονεμένου Ιησού
κοιτούν προς τα πάνω
πουθενά λύτρωση βοήθεια
ο πόνος ξεχύνεται
σε τρυπά γίνεται
μόνιμος κάτοικος
η ελπίδα εκπνέει
κραυγαλέο πένθος
η καμπάνα σκορπά θλίψη
μέρα νηστείας
η θεία ακολουθία το απομεσήμερο
το ύψωμα νηστικοί
πιστή πάντα η μαμά στο έθιμο
οι άλλοι του χρόνου
σιγοτραγουδούσε
 
Σήμερον μαύρος ουρανός,
σήμερον μαύρ' ημέρα,
σήμερον όλοι θλίβονται και τα βουνά λυπούνται,

ούτ' ελάδ'
νεροβρασμένες φρικτές φακές
μαυρισμένες βραστές πατάτες
κιντέαντα[1]
δε σε χωρά ο κόσμος όλος
η ψυχή αιχμάλωτή
κοχλάζον ύδωρ
παλεύει να  ξεφύγει
να ξεχυθεί
να ελευθερωθεί 
ώρα για περισυλλογή
ο θάνατος αναπόφευκτος
κανείς δεν γλιτώνει
ο αέρας σκορπά το άρωμα
της βιολέτας
χαροποιό πένθος μεγαλόπρεπο
χαρμολύπη
ελπίδα ανέφικτη
παραπονεμένη νοσταλγία
εκείνα που χάθηκαν
προτού προλάβουν να υπάρξουν




[1] κιντέα =τσουκνίδα


κακό συναπάντημα


Μόλις ξεμυτίσω
Αντικρίζω πάλι από μακριά
έντρομη
Την περήφανη αδιάφορη
Μαύρη κατάμαυρη  γάτα
Την γειτόνισσα μου
Σουλατσάρει νωχελικά
Αυτοκρατορικά
Διασχίζει μεγαλόπρεπα
Κάθετα το δρόμο
Αντανακλαστικά
Γεμίζει
Την τρεμουλιάρα ψυχή μου
Με φόβο
Προάγγελος μύριων
Αναπόφευκτων κακών
Άθλιοι γελοίοι  συνειρμοί
Αναδύονται
Ιερά εξέταση σατανάδες
Μάγια
Καθώς το ανέγνων ανίδεο  ζώο
Επιτελεί ασυνείδητα φυσικά
Την καθημερινή του βόλτα
Like me
Που να απομονώσουμε
Αυτόν τον πληθυσμό
Που προκαλεί άθελα του τρόμο
Στις αταβιστικές ψυχές



















Η πρώτη σκέψη να στρίψω
Να αλλάξω δρόμο
But γενναία
Αψηφώ όλους τους υπαρκτούς  κίνδυνους
Προχωρώ ακάθεκτη
Δεν υποχωρώ
Στο βάθος πολύ βάθος
Ένας αόριστος φόβος κολυμπά
Απεγνωσμένα
Likely το όμορφο τυχερό γατί
Δεν καταλαβαίνει
από  ρατσισμούς και προκαταλήψεις
αόρατη συνεχίζω 
ελπίζοντας
σε συναπαντήματα  
με άσπρα κάτασπρα χρωματιστά
αθώα κατούδια[1]
και όχι ύπουλες μαυροκάτες





[1] κατούδιν = γάτα



30/3/20

θλιμμένη άνοιξη


Ήρθε η άνοιξη στο μπαλκόνι
Αθόρυβη διακριτική
Μοίρασε γλυκά φιλάκια
Άνθισε το γαρυφαλάκι
Στητή απλή αγνή
Η ευωδιαστή βιολέτα
Τα αγριολούλουδα στέλνουν
Λιλά χαμογελάκια
Η αποστεωμένη ορτανσία
Γέμισε light green φυλλαράκια
η λιλιπούτεια κληματαριά
Επιδεικνύει
Τα small κάλλη της
Λίγο θυμωμένος
Ο κουρασμένος  ιβίσκος
Σφίγγει τα χείλη του















Οι κάλες γέμισαν
Νεαρούς βλαστούς
Νωχελικά σειούν
Τα ώριμα άνθη οι φρέζες
Ήρεμη ρίγανη
Προβάλει
Τα ζουζούνια
Τραγουδούν  χορεύουν
Ασταμάτητα
Φλερτάρουν
Αψηφώντας τους κανόνες
Τις καραντίνες
Όλα ακολουθούν χαρούμενα
Ξέγνοιαστα
Την άνοιξη
Αδιάφορα για τον πόνο
Του τρομαγμένου κόσμου

27/3/20

The invisible spring



Κλαίει η άνοιξη  
Κανείς δεν την κοιτάει
Έβαλε τα καλά της
Στολίζεται με όλα
Τα όμορφα άνθη της
Κανείς δεν την θαυμάζει
Μαραίνονται τα κάλλη της
Έρημα και μόνα
Οι ύπεροι γίνονται καρποί
Μέσα στην ερημία
Χαθήκανε οι φωνές
Των άτακτων παιδιών
Οι αναστεναγμοί των πονεμένων
Από έρωτα βαρύ
Κάτω από τα ανθισμένα δέντρα
Δεν σταματούν
Ζευγάρια ερωτευμένα
Οι αμυγδαλιές
Δεν ραίνουν τον
Σκανδαλιάρη γιο της Αφροδίτης
Τα ευωδιαστά χαμόμηλα
Θλιμμένα γέρνουν το κεφάλι
Οι παπαρούνες  μοιρολογούν
Όλα τα αγριολούλουδα θρηνούν
Πώς να υπάρξει
Άνοιξη ζωή
Χωρίς μάτια να την κοιτούν 
Χέρια να την αγγίζουν
Σαν κόρη μέσα σε κάστρο μακρινό
Απόρθητο αόρατη
Χωρίς το βλέμμα του εραστή
Γερνά και μαραζώνει

 


23/3/20

Lovers



Σε εγκατέλειψα
Άφησα τα όνειρα
Τις ιστορίες
Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι είσαι
Απέναντι
Τώρα θα βάλεις γλάστρες
Στο μπαλκόνι
θα έχεις
μια αξιοπρεπή δικαιολογία
να βγαίνεις
και εγώ
θα μεταφέρω τα στωικά φυτά μου
έτσι θα παρακολουθούμε
ο ένας τον άλλο
πίσω από τις βαριές κουρτίνες
ωσάν γεροντοκόρες
άλλης εποχής
ως ερωτευμένα νιάτα
μια δίοδο να περνούν οι ακτίνες
θα περιμένουμε υπομονετικά
τον άλλον
να δώσει νόημα

στη ζωή μας
βεβαίως
ο έρως πολυμήχανος
At last
θα βρει τρόπους
θα θριαμβεύσει
αθώος αγαπητός
κυρίαρχος
θα ζήσει καλά
και εμείς πολύ καλύτερα

22/3/20

Πυρωμένη τέφρα



Κλεισμένη στην πνιγερή άβυσσο
Η λάβα
Κοχλάζει
Διάπυροι ατμοί
Αναζητούν
Να ξεχυθούν
Ζητούν απεγνωσμένα
Διέξοδο
να εκτιναχθούν
αδιάφορο αν τα κάψει όλα
αν γίνουν όλα κάρβουνο
κανόνες  νόμοι άγρυπνοι φύλακες
παραμερίζονται
αγνοούνται
σεισμός
σείονται τα πάντα
δεν υπάρχει ασφαλές κομμάτι γης
να σταθείς
πύρινη λάβα
ασυγκράτητη
ξεχύνεται τρελή
μάταια
κάθε αντίσταση
ενδίδεις
αφίεσαι ξερό χόρτο άνυδρο
αβοήθητο

πυρπολείσαι καίγεσαι
χάνεσαι
ο πύρινος χείμαρρος
σε αγκαλιάζει αισχρά 
ο γλυκός Ζέφυρος
χορεύει μελαγχολικά
την πυρωμένη τέφρα
τα σαχταρένια[1] αποκαΐδια


[1] σαχτάριν =στάχτη, τέφρα


21/3/20

unfamiliar


unfamiliar[1]
Παυσίλυπος χυμός
Του κριθαριού
Ταξίδια μακρινά
Θολός ο νους
Το σώμα εκκρίνει
Τις πίκρες
Ο θείος Βάκχος
Απαλά
Σε αγκαλιάζει
Ανάλαφρα σε οδηγεί
Σε χαλαρό βασίλειο
Άσματα αναλγητικά
Παραμυθία  γεμάτα
Αμίλητος ακροατής
Αφηρημένος
Το βίο σου
Που γοργά περνά
Δεν τρέχεις
Να τον φτάσεις
Απλά ατενίζεις
Αυτόν τον άγνωστο
Περίεργο εαυτό
Μυρμήγκι σκεφτικό
Αδιάκοπα κουβαλάει
Ένα φορτίο
Άχρηστο τρελό
Γύρω γύρω από
Μια μυρμηγκοφωλιά
Αδιάκοπα
Μονότονα γυρνάει  
Πλήθος οι ξένοι όμοιοι
Ουρλιάζουν η μοναξιά
Και η τρέλα
Σωτήριες παρωπίδες
Ωτοασπίδες από κερί
Δεν βλέπεις δεν ακούς
Δεν νοιώθεις  
Βαδίζεις δίπλα
Σε έναν άγνωστο
Βαριά σκιά
Ποτέ δεν είναι εκεί
Ποτέ δεν σε εγκαταλείπει


[1] not known or recognized. άγνωστος =
ανόητος, μωρός, αγροίκος, αδιάκριτος


20/3/20

Δυναστεία


Δυναστεία[1]

Ασύστολα με φλερτάρει η θλίψη
Όλο με τριγυρνά
Σαν μύγα γύρω από το μέλι
Άλλοτε ζουζουνίζοντας
Άλλοτε σιωπηλή κολλά
Στο γυμνό δέρμα
Άγριο κυνηγητό
Ξεφεύγει επιδέξια
Τα χτυπήματα
Δεν βρίσκουν τον σωστό αποδέκτη
Επανέρχεται ακούραστη
Αδιάφορη
Γυρεύοντας και αυτή
κάπου να κλίνει
την κεφαλή
Το σώμα ενδίδει
Στην αδράνεια
Την αφήνει να κάνει ότι θέλει
Ναρκωμένη η ψυχή
Παραμιλάει
Μόνο λίγο καιρό ξαποσταίνει
και πάλι για το όνειρο τραβά 
Η άνοιξη ακάθεκτη
Προχωρά
Τα μυρωδάτα άνθη της
Παντού σκορπά
Στέλνει μηνύματα μυστικά
Ο έρωτας αλλού ξενυχτά
Σπέρνει
Ανοιξιάτικα έγκλειστα μωρά
Ανοίγω τα παράθυρα
Να μπει ο ήλιος η άνοιξη
Να φύγει μακριά
Η θλίψη που θέλει
Να μείνει οριστικά
Θα φύγει;

 


[1] δυναστεία =θλίψη, κακουχία


15/3/20

Στα σπόρκα


Στα σπόρκα[1]
Κλεισμένοι σε ελευθέρα κελιά
Ας φτιάξουμε μια ιστορία ερωτική
έτσι για να περάσει η ώρα
Χωρίς απτά υλικά
Χωρίς χουν εκ  της πολυπαθούς της γαίας
Θα δημιουργήσουμε
Εκ του μηδενός
Παραμυθία ζώσα
Αίσια και χαρωπή
Ευοίωνη και ψεύτρα
Στολίδια αγάπης
Όμορφα
θα απλώσουμε παντού
Εσύ με σκέπτεσαι εκτενώς
ο νους σου
Όλο γυρίζει
Σε μένα την καλή και αγαθή
αγάπη αφειδώς σκορπίζω
Το βλέμμα σου ψάχνει αγωνιωδώς
Τα μάτια μου
Να δούνε
Γεμάτα δέος σιωπηλό
Το πρόσωπο σου εκστατικό
Ο πόθος ξεχειλίζει
Ωσάν ηλιοτρόπιο
Στρέφει
Στο ζωοδότη ήλιο
Ο έρως ιλαρός
Ασυνήθιστα καλός
Σαϊτιές γλυκείες
Ανώδυνες
Ίαμα λυτρωτικό κυλά
Γοργά στις φλέβες
Έλα και μείνε μακριά
Δεν χρειάζονται τα λόγια
Όλα καλά ο νους θα μας τα πει  
Και μην σε νοιάζει η αλήθεια

 


[1]"τα σπόρκα" = μολυσμένα καράβια

14/3/20

Αδιάφορα


Αδιάφορα [1]
Μην γράψεις λοιπόν
Τι έγινε
Αφού δυσκολεύεσαι 
Το θέμα να διαλέξεις
Θέλει να πεις
για τις μικρές τις πεταλούδες
για τα αγριολούλουδα
τα άφθονα



















χορεύουν οι μικρές πεταλουδίτσες
τρέχουν ασταμάτητα
κυνηγά η μια την άλλη
ψάχνουν το καλύτερο ανθό
στέκουν σε έναν ύπερο διστακτικές
φεύγουν
ξαναέρχονται
σταματούν ξαφνικά
με περισυλλογή
με αφοσίωση
ρουφούν το νέκταρ
ανοιγοκλείνουν αργά
τα λεπτεπίλεπτα φτερά τους
το έντονο πορτοκαλί στις άκρες
αγκαλιάζεται με το κίτρινο
χαμογελάς
παλιές γνωριμίες
Wallpaper χαμένο
Ανυποψίαστες για τις συμφορές
Φουντώνουν και σκορπίζουν
But οι butterflies
Χορεύουν χαρούμενες
Φλερτάρουν
Και
Γαία πυρί μιχθήτω  

 


[1] αδιάφορα =μάταιος, ανώφελος