25/2/17

παρατηρητές




 
Όμορφο πρωινό
Γαλήνιο
Καθαρότερος ήλιος
Έρχεται σιγά σιγά
Ο ουρανός γαλανός
μειδιών
φιλόξενος
Ήρθε πάλι η αγαπημένη άνοιξη
Με τες προσδοκίες ετών
Συσσωρευμένες ανικανοποίητες
Προσδοκούν
 
Τα προσφιλή πτηνά
Άρχισαν από νωρίς το κουβεντολόι
Δεν μεριμνούν για τίποτα
Από ξερόκλαδο σε ανθισμένο κλαδάκι
Πιστά συντρόφια
Συμβουλεύουν
Γλυκιά η ζωή και ο θάνατος μαυρίλα
Ανάλαφρες κουβέντες
Παρασύρονται χάνονται
Στην παρατημένη μέρα
 
Ακαταπόνητη η άνοιξη αισιόδοξη
Γελά τρέχει ξυπόλυτη
Σκορπίζει τα χρώματα της
Βουερά ποταμάκια οι χυμοί
Ταράζονται
Ανεβαίνουν κελαρύζουν
Ψάχνοντας διέξοδο
Να ξεχυθούν να τρέξουν
Freedom λυτρωμονή   
 
Η ζωή διαχέεται
Επιθυμεί να απλωθεί σε όλο
Το σύμπαν
Αέρας αόρατος
πανταχού παρόν
γλυκεία η ζήση,
γλιστερή άπιαστη
άπιστη έμορφη 


20/2/17

Ατελέσφορη




 
Ήρθε πάλι η ανοιξέα[1]
Με τα αισιόδοξα χαμόγελα της
Σκορπά αφειδώς
Όλο νάζι
Ένα ένα τα πολύχρωμα πέπλα της
Χορεύοντας εκδύεται
Αργά αργά βασανιστικά
Αφήνει ανέμελα 
Τις πορτοκαλόχρωμες καλέντουλες
 
 












Τις χρυσοειδής Sinapis
 












Τις ιώδεις Muscari neglectum[2],

 
Κάθε διαφυγόν κομμάτι γης
Στολίζεται οργιαστικά με κιτρινίτζες[3]
Γνέφει η ανέμελη Άνοιξη
στο δύσθυμο Κούντουρο[4]
Όλο τσαλίμια
Θυμώνει αυτός
απλώνει τα frozen χέρια του
να την αγκαλιάσει
να την παγώσει
με την παγωμένη εκπνοή του
γελά άμυαλη αυτή 
 
του πετά μοναχικές άγριες ορχιδέες
αψηφά τον μαύρο θάνατο
η νιότη της τα άνθη
βιάζονται να ζήσουν
να ανθίσουν να καρπίσουν 
 
no matter
το βραχύ του βίου
οι σπόροι θα ριζώσουν
στο αστικό τοπίο
ίδιος κύκλος
τα ίδια απάτητα μονοπάτια
οι ίδιοι έρημοι δρόμοι
τα ίδια ατελέσφορα όνειρα
η ίδια αχειροποίητη εικόνα
η ίδια άνοιξη θα έρθει πάλι 
 




[1] ανοιξέα = η μυρωδιά της άνοιξης, άνοιξη

[2] Muscari neglectum =Μούσκαρι το παραμελημένο
[3] κιτρινίτζα = άνθος με ζωηρό κίτρινο χρώμα

[4] Κούντουρος = Φεβρουάριος

19/2/17

Same feelings



Same feelings
 

Περνά ο αδυσώπητος χρόνος
Μόνο οι ρυτίδες
Βαθαίνουν
Οι λέξεις φουσκώνουν
Ίδιες και απαράλλαχτες
Έλα, περιμένω
Σε σκέφτομαι
Και εσύ πάντα μακρινός
Απρόσιτος, Ανημέρωτος,
Ουκ οίδες, 

 
Ήλιος αδιάφορος και ζωτικός
Συνεχίζει η γη
Τις μονότονες τροχιές
Σιγά σιγά
Η αιθάλη επικαλύπτει τα πάντα
Τα χρώματα ξεθωριάζουν
Μουντό το φως
Πικρίλα
Επικάθεται
στα αθηρωματικά αγγεία
 
απιονισμένο νερό
άγευστο
η ζωή
χάνεται γρήγορα
το καταπίνει
βουλιμικά η αδηφάγα γη
Penelope without fiancés
Same feelings 

 
 Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους.
 Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις
.

18/2/17

Απαρηγόρητος κατακαμός



Συνάντησα πάλι
την ατέρμονη αβυσσαλέα  απόγνωση
Το φοβερό ζόφο
Απαρηγόρητο κατακαμό [1]
Την κόλαση
Helpless
Speechless
Αναζητώντας μάταια
Λέξεις παραμυθίας
Εγκατέλειψαν πανικόβλητες όλες
Naked αλήθεια σκληρή
Ωμή αποτρόπαια
Τι κάνεις;
Σκέψεις τυραννούν
το κεφάλι μου
ανυπόφορη κεφαλοκοψία[2]
 Δεν φεύγουν
Δεν ησυχάζω
Υποφέρω
Μόνο ο θεός θα με σώσει
 
Τι λέει ο γιατρός
(να ξεφύγω, να πιαστώ από αστήρικτο στήριγμα)
στην περίπτωση μου η επιστήμη σηκώνει τα χέρια
θα καταφύγουμε πάλι στην εκκλησία
δωρεάν η θεραπεία
ότι είναι να θεραπευτεί θα θεραπευτεί
θρησκεία, επιστήμη ισοπαλία
μένουν τα ξόρκια, να λύσουμε τα μάγια
μόνο ο θάνατος θα με σώσει
ζητούν τα μάτια απεγνωσμένα βοήθεια
ναυαγός
πανίσχυρη επαίσχυντη δίνη
τραβά στην άβυσσο
το άμοιρο σώμα
το μυαλό δεν βρίσκει sec
αναπαμό
οι σκέψεις αιχμηρά κοπίδια
αγιάτρευτες πληγές
θρυμματισμένο το κρανίο
έκθετος ο εγκέφαλος
χάσκει
βορά όλων   
τα φάρμακα οι γιατροί οι άνθρωποι  νικήθηκαν
άοπλη ανίκανη
οι λέξεις που πρέπει να πω
ανύπαρχτες
απόμεινε να με κοιτάζει 
 
οι υποσχέσεις
για προσωρινή στιγμιαία ανακούφιση
πνιγμένες στα απύθμενα μαύρα νερά
«I will be with you until the end»
απαγγέλλω με σιγουριά
Όλα θα πάνε καλά
Θέλει χρόνο
Σιγά σιγά
Θα πάρει χρόνο
(εις τον αιώνα τον άπαντα)
Κοιταζόμαστε κατάματα
Κρατιόμαστε απεγνωσμένα
και δυο από την
Ψεύτικη ανίσχυρη παραμυθία   

 





[1] κατακαμός = μεγάλος καημός

[2] κεφαλοκοψία = μεγάλη ταραχή, μεγάλος θόρυβος

παρηγορία




παρηγορία[1]
 

Η μοναξιά
Το άδειο σπίτι
Διαμέρισμα σκιά τριγυρνά
Χωρίς ψυχή να νοιάζεται
Likely υπάρχει ο
Σωτήριος ναός της Εκκλησίας
Καταφύγιο των παθούντων
Και ο ατυχής υμέναιος
καρφωμένος στην ύπαρξη
Διάβηκαν τα χρόνια
Απομένει η ιεροτελεστία
Όλα τα κακά σβήνουν
Απομένει ο άνδρας
Ο ξένος και εσαεί παρόν
Ο εγκαταλείπων άσπλαχνα
την οικογενειακή εστία
αδιάφορα έκτισε καινούργια
φωλιά
ρίζωσε
το παρελθόν
σφικτά κρατά η λήθη 

 
but εκείνη
κρατά
το όνειρο άσβηστο
ζωντανό και απατηλό
παραμυθία στο σκοτεινό
μίζερο αγαπημένο κόσμο
γεμίζει
το απόλυτο κενό
χαπαλεύει[2] ακούραστα
το τεφρό ανασκευασμένο παρελθόν
παρηγοράζει[3] επιτυχώς
και ευτυχώς
το απαρηγόρητο παρόν 
 




[1] παρηγορία = παραμυθία

[2] χαπαλεύω = σκάβω, ανακατεύω διάφορα πράγματα αναζητώντας κάτι

[3] παρηγοράζω =παραμυθούμαι, παρηγορώ

11/2/17

πουσπούρα



πουσπούρα[1]
 
















Αυτή η δειλή καρδιά
Τρέμει στην κρίση των άλλων
Οι λέξεις της μπούμερανκ
Αυτοπληγώνεται
Ηλίθιοι φόβοι και φοβίες
Ύπουλα υποχθόνια
Μικροσκοπικά, ασήμαντα
Σαράκια
Ροκανίζουν χαιρέκακα
Αναστατώνουν
Την συντηρητική καθημερινότητα
 
Οι άλλοι
Οι σημαντικοί ασήμαντοι
Άμορφοι ασαφείς
Άγνωστοι γνωστοί
ακατανίκητοι
Αόρατα πανίσχυρα πεδία
Ισορροπία
Ισχυρές ηλεκτρομαγνητικές
Δυνάμεις
Σταθερές  τροχιές
πλανήτες και πλανεμένοι
αρραγές σύνολο
πανομοιότυπων αγνώστων
ταυτόχρονα κριτές και κρινόμενοι
θύτες και θύματα
αέναη τρελή εναλλαγή ρόλων
απεγνωσμένα απειροελάχιστα
λιπόψυχα μέλη
ακυβέρνητου ορμητικού χειμάρρου
σπαραγμός
like fish out of water 
 



[1] πουσπούρα = ρίγος, τρέμουλα, φόβος

9/2/17

πασσαλοκαύτες




πασσαλοκαύτες[1]

 
 Έρχεται και φέτος πάλι
Η άμυαλη άνοιξη
Αψηφά τον κατσούφη
Γέρο χειμώνα
Με όλη την αμυαλιά
Της νιότης
Δεν φοβάται
Παίζει την ζωή της
Ρωσική ρουλέτα
Ο θάνατος χαρωπό
Ανώδυνο ριψοκίνδυνο
Παιχνίδι
Μεγάλωσαν οι αμυγδαλιές
Σοφότερες
Διστάζουν να ανθίσουν

 
Μπήκαν θαρρετά
Οι σεμνές διακριτικές
Δενδρώδεις μηδικές
Στο χορό της πρώιμης
Άνθησης
 
Γενναιόδωρα στολίζουν
Τις πλαγιές
σωτήρια όαση
για τα πεινασμένα μελισσίδια
χαμέ οι πορτοκαλοκίτρινες
καλέντουλες
οι μικρούλες άγχουσες
συντροφεύουν
Ο Φλεβάρης παραμονεύει
Κρύο μάρμαρο η ψυχή του
Ξυπόλυτη η νεαρή Άνοιξη
Χορεύει τρελά
Σκορπώντας τα ευωδιαστά
Στολίδια της
Γυμνή και αθώα
 
Ο χειμώνας τσιφούτης γέρος
Μετρά με πόνο ένα ένα
τα δευτερόλεπτα
η ζωή του πολύτιμη
λιγοστή
φιλάργυρος
φυλάσσει το σπάνιο
λιγοστό μύρο της ζωής
σπαταλά η άκαρδη Άνοιξη
τα χρώματα της
δεν δίνει μία δεκάρα
δια την κοίμηση[2]
 


[1] πασσαλοκαύτες = παρωνύμιο του μήνα Φεβρουαρίου

[2] κοίμηση - θάνατο

8/2/17

παλαλωτή



παλαλωτή

και στην ψυχή μου αγιάζι
και στα πικρά τα μάτια μου
στιγμή στιγμή βραδιάζει


διαχέεται από τα έγκατα της ψυχής
η θλίψη
αόρατη, άοσμη, άηχη,
απλώνεται δηλητηριώδες αέριο
παραδίδεται αμαχητί το σώμα
στον ύπουλο κυρίαρχο εισβολέα
μέσα στην πολλή  συνάφεια του κόσμου
λουφάζει στα άδυτα
απαρατήρητη, ήσυχη,
παρατηρεί ο νους 



την αλαφροΐσκιωτη ψυχή
δύο ξένοι σε ξένο σώμα
αποδίνουν ευθύνες
ο εις στον άλλο
αμήχανοι και οι δυο
θλιμμένοι
παγιδευμένοι σε ψυχοπαθητικό
όνειρο
Perhaps   η παλαλωτή[1] αγάπη
Τα dreams
Are   the differentiation
Otherwise
machine 



[1] παλαλωτός = τρελούτσικος, ανόητος

5/2/17

Άχωρα οράματα



Μωρό μου με σκέφτεσαι
Έρχομαι αθόρυβα
Απροσκάλεστα
Να αναστατώσω
Την ακυμάτιστη ζωή σου
Έρχεται η χαρούμενη τρέλα μου
 












Στα ελεγχόμενα όνειρά σου
Να ταράξει τα βαλτωμένα νερά
Σε ακολουθώ αθόρυβα
Ήσυχα εμμονικά
Νοιώθεις την αναστατωμένη μου ανάσα
Στον αλύγιστο τράχηλο
Τριγυρνάς μαζί μου στο κήπο της Εδέμ
Χωρίς δέντρα γνώσης
Χωρίς το καλό και το κακό
Ζεις μαζί μου πρωτόπλαστος αθώος
Εκεί στην χώρα των ονείρων
Της αθωότητας
Της χαρωπής αγνότητας
Εγώ η άχρονη, η φθαρτή,
Η αγέραστη άμυαλη
Εισβάλλω στην άγνωστη ζωή σου
Άναρχος αθώος οίστρος
Θολή σκιά
Σε ασαφή παιδικά
Άχωρα[1] όνειρα

 


[1] άχωρος =ανώριμος

4/2/17

δομοστοιχείο




Τίποτα δεν άλλαξε
Φλυαρούν ασύστολα
Τα μακρινά στρουθία
Το ραδιόφωνο always τα συνοδεύει
Οι απασάρευτοι κότσυφες
Σκορπίζουν αδιάφορα
Τα πενιχρά χώματα
Οι τσουκνίδες και
Φέτος
Θάλλουν γέμισαν
Τις γερασμένες γάστρες



Και εσύ ακόμα να φανείς
Αδύνατο να σε ανασπάλω
Ριζωμένη η αχειροποίητη
Μορφή σου
Ευγενική διακριτική
Επίμονη
Εμπαίζει η λησμοσύνη
Ταξιδεύει σε άλλους πλανήτες
Σκονισμένη οθόνη
Ηχούν τα πλήκτρα στην
Σαββατιάτική σιγαλιά
Πως χαράμισες την ζήση
Άμοιρη τρελή
Αναζητώντας το ορθό
Μάταιο schedule