31/12/17

Μάταιο χαβασλάεμαν

Μάταιο χαβασλάεμαν[1]
 
Υπάρχει χειρότερο παραισθησιογόνο από τον έρωτα;

Focus  
Όλη η ύπαρξη προς
Το απατηλό αντικείμενο
Του άλογου πάθους
Σαγηνεμένο δίπτερο
Έλκεται αδυσώπητα
Από το fake light
Οι τεφρές φτερούγες
Απελπισμένα κατευθύνονται
Στο απρόσιτο θανατηφόρο
Αλλότριο
Σβήνει το εγώ
Σκιά σε σκαιά ελπίδα
Φοβερό σύνδρομο στέρησης
Ανακούφιση
Για λίγα λεπτά
Εφορία ελπίδα



















πόνος, άγχος 
Εύκολα δικαιολογούνται
Τα αδικαιολόγητα
Κατακρεουργείται
Η ερωτευμένη άνους ψυχή
Και ερωτά με αγωνία
Are you hurt?  

 



[1] χαβασλάεμαν =αισθάνομαι πόθο προς απόκτηση πράγματος

30/12/17

Μεσημερίτζα

Μεσημερίτζα [1]

Ήρθε πάλι
Δεν ξεχνά
Όλο το βάρος των ονείρων
Κυβερνά
Την μέρα
Ασήκωτο θολό απροσδιόριστο
Η λήθη καθαρίζει
Απομένει η πικρή γεύση
Αναίτια
Κρυμμένα τα νοσηρά αίτια
Στις σκιές της νύχτας
Μένει ακούραστη η δυσθυμία
Ο ήλιος ήρθε γιορτινός
Ζεστούλης χαλαρός
Μάταια αγωνίζεται να ζεστάνει
Τις frozen ψυχές
Τα πουλάκια ακούραστα
Κρυμμένα στις φυλλωσιές
Σκαλίζουν αγενέστατα
Το παγωμένο χώμα
Άπλωσε ο παγωμένος χειμώνας
Με τα γαμψά νύχια του
Την μικρή ορτανσία
Αμίλητη στέκει
Εύθρυπτα τα φύλλα της
Καπνός
Ένα δάκρυ δεν ξεφεύγει
Αργοπεθαίνει σιωπηλά
Το γέρικο φυτό δίπλα της
Ανθεκτικό
Αδιάφορο μόνο στην παγωνιά
Στείρο επιβιώνει
Στο πενιχρό χώμα
Προφυλάσσει τα ευαίσθητα φυτά
Καταπράσινη κνίδη
Συνομιλεί με το αεράκι
Όλα καλά στην φύση
Και ο παλιατζής ακούραστος
Αισιόδοξος
Μαζεύει τα αμείωτα άχρηστα
Ανίκανοι να τα τσουβαλιάσουμε
Να πεταχτούν μακριά
Άχρηστα αντικείμενα


Άχρηστα αισθήματα 


[1] μεσημερίτζα =άνθος που ανοίγουν τα πέταλα το μεσημέρι, άνθρωπος που εγείρεται πρωί πολύ αργά

29/12/17

Ι dreamed

Ι dreamed
















Tell me please what are the chances of me
leaving doors open wide
... of you coming in with a smile..
 
αθόρυβα τρυφερά
ήρθε το όνειρο
ελπίζει η ψυχή
ανόητα
ταξιδεύει στο space
to άχρονο
είναι αγέραστη
όλα είναι δυνατά
θα έρθεις
ένα στοργικό στήριγμα
να στηριχθεί
το ανερμάτιστο κορμί

ένα χέρι
να γράψει στο άγραφο δέρμα
να μοιραστούν τα λόγια
τα καθημερινά















λάμπουν τα φωτάκια
σιωπηλά
μέσα στην σκοτεινιά
πολύχρωμες στιγμιαίες
ελπίδες αναβοσβήνουν
χάνονται στο φως του
θολού ήλιου
ατενίζεις το δειλό dream
που σβήνει 
στεγνό  άχρωμο χαμόγελο
bye!!!

 

28/12/17

καλάντασμαν

Δέχθηκε το άτυπο δώρο
Κύλησε η μέρα
Αβίαστα χαλαρά
Γιορτινή η πόλη
Στολίστηκε
Να γοητεύσει
Να κρύψει την ασχήμια της
Ξεχύθηκε ο κόσμος
Στις βιτρίνες,
στους  μασκαρεμένους δρόμους
ουρές
για την πρόσκαιρη χαρά
ανικανοποίητοι consumers
μετέχοντες στην ευωχία
των ημερών
ο ήλιος συνεργός
απλώνει τις τρυφερές ακτίνες του
σε  homeless και μη
απλωμένα τα νοτισμένα
στρωσίδια στα ερειπωμένα μαγαζιά
σύγχρονοι σιωπηλοί Διογένηδες
επαίτες, εθισμένοι
Fan του Διονύσου
ακριβά αρώματα
μετάξια όλα μαζί
τρυφερές μητέρες
φιλόστοργοι μπαμπάδες
στα mega stores
αμφίβολο καλάντασμαν[1]
στην άχλη του άστεως
το κέντρο της πόλης
γιορτάζει
απλοχέρηδες πάσης φύσεως
ανδροκλέφτες όσιες
όλοι
χαίρονται με τα χρωματιστά
ή διάφανα μπαλόνια
στροβιλίζονται στον όμορφο ουρανό
η ταντάλεια ψυχή
μάχεται να ξεδιψάσει
στα Καλαντοφώτα[2] 


ατενίζοντας τις ζωές των άλλων
αναζητώντας το μυστικό

της happiness  


[1] καλάντασμαν =προσφορά δώρων σε παιδιά τα Χριστούγεννα

[2] Καλαντοφώτα =
γιορτή της πρωτοχρονιάς και των φώτων

Άφωνος πόνος

Πέρασαν μέρες
Άφθαρτο το κηδειόσημο
Κάτασπρο το χαρτί
Με το κατάμαυρο βραχνά
Θλιβερή αγγελία
Αντέχει στις βροχές
Στον αέρα
Στο άνθος της ζωής
Άσπλαχνα τον
Άρπαξε
Με τα απαίσια χέρια του
Ο αχόρταγος χάροντας
Το σώμα του παραδίδεται
Το χαρτί παραμένει
Ο πόνος θεριεύει
Οι άμοιροι γονείς
Αναρωτιούνται
Αναπάντητο το γιατί
Οι βιαστικοί διαβάτες
Κοντοστέκονται
Τρομάζουν
με την δροσερή ηλικία
απομακρύνονται βιαστικά
περνούν οι αδυσώπητες μέρες
τίποτα δεν αλλάζει
κανείς δεν γυρίζει
το βλέμμα απόμεινε
στην αθόρυβη πόρτα
αναπάντητες ικεσίες
τα δάκρυα καθαρίζουν
το αμίλητο μάρμαρο
σιγή ασυγκίνητη
αμετάκλητη




16/12/17

What Ever Happened To homeless woman?

 
Πότε ήταν που ερχόταν στην δουλειά
Να ζητιανέψει
Προκαλώντας αμηχανία δυσαρέσκεια
Σκαλίζοντας το παρελθόν
που διέλυσε η παστρικιά  λήθη
Κάτι γνώριμο
Κάτι γνωστό
Ποτέ δεν το επέστρεψε η λήθη
Λερή ζητώντας ένα κομμάτι
Ψωμί
Ζώντας σε πλαστικό παράπηγμα
Συντροφιά με πετεινά του ουρανού
Τους ήχους της τεχνητής λίμνης
Τις φλύαρες πάπιες
Τους κρυψίνους αρουραίους
Το θρόισμα των δέντρων
Το κλάμα τους, τους οδυρμούς
Όταν ο αέρας βιαιοπραγούσε
Ατιμώρητος
Θα καταπράυνε την μοναξιά τον πόνο
Την ματαίωση
Με το γλυκό παροδικό παυσίλυπο
Φάρμακο του γελαστού Διονύσου
Σαν τα μάτια της να απέφευγαν
Να με κοιτάξουν
Είχαμε άραγε συναντηθεί ξανά
Σε ατόν τον αδιάφορο κόσμο
Ύστερα μάλλον εκδιώχτηκε
Από το σαθρό κατάλυμα
Το στέκι της κοντά στην πλατεία
Χαρμάνια ανθρώπινης αφροντισιάς
φθηνή αλκοόλη, αμμωνία,
άστεγος ιδρώτας
όλο το πενιχρό βιός
συνωστισμένο σε ρυτιδιασμένες
πλαστικές  σακούλες
εθεάθη στον οίκο του θεού
μνημόσυνα
ανοίγουν τα δύσκολα χέρια
κάτω από το βλέμμα
αργότερα σε άλλους δρόμους
το ίδιο φορτωμένο βάσανα πανωφόρι
χαμόγελο αναγνώρισης
And then ησύχως
Disappear
Μέρκεσου;[1]
ασφαλή γηροκομείο
στα Ηλύσια πεδία
στις αγκάλες του Μορφέα
επιστροφή σε φιλόστοργο μέρος[2]
 What Ever Happened To homeless woman?




[1] μέρκεσου =κατά που;

[2] μέρος =μέρος, τόπος, αγρός, οικόπεδο, οικογένεια




Ωδή εις τον influenza virus

Winter holidays
For viruses
Ξεχύθηκαν οι ξένοιαστοι viruses
Αναζητώντας  vulnerable ξενιστές
Εκπέμπονται με την ταχύτητα του φωτός
Να κατακτήσουν
Καινούργιους τόπους
χρησιμοποιώντας αλλότριο κεφάλαιο
αναπαράγονται αχαλίνωτα
Transfer apo cell to cell
Corps to corps














Through βδελυρών υποστρωμάτων
Ποικίλης βλέννας
Μιαρές επαφές
Εκρήξεις βήχας φτερνίσματα
Εκσφενδονίζονται  ταξιδεύουν
Χαράς ευαγγέλια εις το μετρό
Ski jumping
Αόρατες invisibles  creatures
Εισδύουν αθόρυβα αόρατα
Εγκαθίστανται
Ενσωματώνονται
στο αμετάβλητο DNA
in silence or
κατευθύνουν  διοικούν
όπως θέλουν
όλοι οι μηχανισμοί για πάρτη τους
δεν τρομάζουν με εμβόλια
αντισώματα σκοyφia  και ζεστασιά
εκδύονται ενδύονται
καινούργιες  ατρόμητες ασπίδες

Always survivor 

14/12/17

Egg and chocolate


σαγηνευτικό τηγανητό αυγό
κάτασπρο χιόνι
αγκάλιαζε
κεχριμπαρένιο κρόκο
ήσυχα έρεε
βυθιζόταν με λαχτάρα
ο μυρωδάτος άρτος
ρούφαγε άπληστα
το χρυσαφένιο νέκταρ
And then
Chocolate with almonds
Βρώση [1]
Ευχαρίστηση
κύμα αγάπης
φούσκωσε στα πονεμένα στήθη
πάλευε με τον βρόχο
μεγάλωσε πυρηνικό αθώο μανιτάρι
απλώθηκε στην ύπαρξη
και η απωθημένη σκέψη
αναχπάραχτα, αθορύβως
επέστρεψε
άνθισε το απροσδιόριστο μειδίαμα
γιγάντωσε η ψυχή απλώθηκε
στα ουράνια
ελάφρυνε το σώμα
άπλωσε τα αραχνοΰφαντα
φτερά Ικάρου
να ενωθεί με το σύμπαν
μελωδικό πέταγμα
όλα ανάλαφρα
ακούραστη αισιόδοξη
η τσακισμένη ελπίδα
σήκωσε το κεφαλάκι της
άμυαλη αγαθή
αδιαφόρησε για τις οδυνηρές πληγές
τα αθεράπευτα πλήγματα
άρχισε τον τρελό χορό
αφέθηκε στις ονειρεμένες ψευδαισθήσεις




[1] βρώση =τροφή με ευχάριστη γεύση

13/12/17

Χωνευτήρα

As αφεθούμε στο
Ορμητικό ακυβέρνητο ρέμα
Της κοινωνίας
Ας αφήσουμε το λασπωμένο νερό
να μας παρασύρει
πιέζοντας και πιεζόμενοι
από άλλα αλλοπρόσαλλα
απελπισμένα κορμιά
κάθε προσπάθεια
αντίστασής διαφυγής
τεράστιες ποσότητες
λασπωμένου νερού
στα αχόρταγα mouths
ασφυξία κόλλημα
στο βδελυρό πάτο
αυτού του αξιολύπητου
πλήθους
που προσπαθεί να επιβιώσει
πνίγοντας ασυνείδητα τους άλλους
φτιάχνοντας στο μυαλό του
επιθυμητό είδωλο
σανίδα σωτηρίας
παραπονούμενοι
μηρυκάζοντας τα ίδια και τα ίδια
βρίσκοντας πάντα
κάποιους άλλους φταίχτες
ας βαδίσουμε σε αυτόν τον
οχετό των ιδικών μας και των άλλων
βρωμερών απεκκριμάτων
γεμάτος βλέννες, πύον, εμέσματα,
τζιλιάριδες [1]
που καμαρώνουμε
για την ποταπότητά μας
ας γεράσουμε μέσα
στην αναπόφευκτη βρώμα μας
την ραινόμενη από ακριβά
εισαγόμενα αρώματα





[1] τζιλάρης =αυτός που αφοδεύει υγρά κόπρανα

2/12/17

Φενακισμένος κλώνος



Αναχουλεύει [1]
Το στρουθίο στο ασφυκτικό κλουβί
Γεμάτα ένταση
Απλώνονται  τα άδεια χέρια
Να ακουμπήσουν τη σάρκα
Φαιά διέξοδος στην anxiety
Που δεν ξεκολλά
Στο νόμιμο κρεβάτι
Πετρωμένο κείται
Το ποθητό σώμα
Κουρασμένο
Ονειρεύεται άλλους κόσμους




















Ελπίζει σε άλλο κορμί
Η πανούργα ελπίς
Στολίζει τον συνηθισμένο άλλον
Με το φως της αγάπης
Ο κλώνος φαντάζει πρίγκιπας-ισσα
Η παρουσία του αρκεί
Για να γίνει ο κόσμος
Ουτοπία
Το φορτισμένο θερμό σώμα
Παγώνει με την απέχθεια
Που προκαλεί
Ουρλιάζει σιωπηλά η ψυχή
Ωρύεται άφωνη
Δεμένοι με σκουριασμένες
Ατσάλινες αδιάρρηκτες αλυσίδες
Παιδιά δάνεια κοινωνία σειράδα[2]
Πανάκεια το λαχείο
Τα αναθεματισμένα τα τάλαρα
θα λύσουν everything
σκαιά freedom
εφαπτόμενοι παράλληλοι βίοι
αδυσώπητη άβυσσος
λαχταρώντας τον κλωνοποιημένο
δυσπρόσιτο πλάνο άλλον
Who λιγγρίει[3] unfortunately
Κάποιο έτερο μακρινό όνειρο



[1] αναχουλεύω =δείχνω την επιθυμία μου με κινήσεις χεριών και φωνής

[2] σειράδα =έθιμα, συνήθεια

[3] λιγγρίω =επιθυμώ σφοδρά, κάνω κάποιον να επιθυμήσει ορεκτικό

25/11/17

Λυκόφως


Οι φλύαροι παπαγάλοι σίγησαν
Διαφανή κρύσταλλο η ατμόσφαιρα
Πευκοβελόνες η ψύχρα
Διαπερνά τα ανυποψίαστα κορμιά
Αψήφησαν το υγρό δείλι
Ζεστή σοκολάτα
Εγγλέζικο τέιον
Νωπή η γη
Αθόρυβα δάκρια 
Την σκέπασαν
















Σπάνιοι οι διαβάτες
Οι  σιτεμένοι οφθαλμοί
Διακρίνουν την σκοτεινή φιγούρα
Νεαρός από μακρινή χώρα
Κοντοστέκεται
Χάνεται στα σκοτεινά μονοπάτια
Τι ζητά τάχατες;
Το μυαλό πλάθει
Θλιβερές ιστορίες
Τον άρτον αυτού τον επιούσιον
Σκληρά αποκτηθέντα
Στο σκοτεινό σύδεντρο
Προσυμφωνηθέντα ραντεβού
Πικρή πιάτσα


Ακατάλληλα
Για τα χρηστά ήθη
Των μη πεινόντων
Αυτών που έχουν
που την κεφαλήν κλίνη
(The our problem is  
κλίνη or κλίναι)
μπορεί και να είναι ένα
τρυφερό love story
ένας αθώος έρωτας
στον παγωμένο κόσμο
















Maybe φυγή απομόνωση
Από άθλιους αναπόφευκτους
Συγχρωτισμούς
Κλάμα να ξεπλύνει
Πόνους εξευτελισμούς
Το στοργικό σκοτάδι
να αγκαλιάσει το έρημο
κορμί να το νανουρίσει
φυγή σε τόπους χλοερούς
or Searching for Sugar Man
As always αποχωρήσαμε
Αξιοπρεπείς, χρηστοί, ανέπαφοι
Δια μέσου της πεπατημένης οδού