Δέχθηκε το άτυπο δώρο
Κύλησε η μέρα
Αβίαστα χαλαρά
Γιορτινή η πόλη
Στολίστηκε
Να γοητεύσει
Να κρύψει την ασχήμια της
Ξεχύθηκε ο κόσμος
Στις βιτρίνες,
στους μασκαρεμένους
δρόμους
ουρές
για την πρόσκαιρη χαρά
ανικανοποίητοι consumers
μετέχοντες στην ευωχία
των ημερών
ο ήλιος συνεργός
απλώνει τις τρυφερές ακτίνες του
σε homeless και μη
απλωμένα τα νοτισμένα
στρωσίδια στα ερειπωμένα μαγαζιά
σύγχρονοι σιωπηλοί Διογένηδες
επαίτες, εθισμένοι
Fan του Διονύσου
ακριβά αρώματα
μετάξια όλα μαζί
τρυφερές μητέρες
φιλόστοργοι μπαμπάδες
στα mega stores
αμφίβολο καλάντασμαν[1]
στην άχλη του άστεως
το κέντρο της πόλης
γιορτάζει
απλοχέρηδες πάσης φύσεως
ανδροκλέφτες όσιες
όλοι
χαίρονται με τα χρωματιστά
ή διάφανα μπαλόνια
στροβιλίζονται στον όμορφο ουρανό
η ταντάλεια ψυχή
μάχεται να ξεδιψάσει
στα Καλαντοφώτα[2]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου