30/12/17

Μεσημερίτζα

Μεσημερίτζα [1]

Ήρθε πάλι
Δεν ξεχνά
Όλο το βάρος των ονείρων
Κυβερνά
Την μέρα
Ασήκωτο θολό απροσδιόριστο
Η λήθη καθαρίζει
Απομένει η πικρή γεύση
Αναίτια
Κρυμμένα τα νοσηρά αίτια
Στις σκιές της νύχτας
Μένει ακούραστη η δυσθυμία
Ο ήλιος ήρθε γιορτινός
Ζεστούλης χαλαρός
Μάταια αγωνίζεται να ζεστάνει
Τις frozen ψυχές
Τα πουλάκια ακούραστα
Κρυμμένα στις φυλλωσιές
Σκαλίζουν αγενέστατα
Το παγωμένο χώμα
Άπλωσε ο παγωμένος χειμώνας
Με τα γαμψά νύχια του
Την μικρή ορτανσία
Αμίλητη στέκει
Εύθρυπτα τα φύλλα της
Καπνός
Ένα δάκρυ δεν ξεφεύγει
Αργοπεθαίνει σιωπηλά
Το γέρικο φυτό δίπλα της
Ανθεκτικό
Αδιάφορο μόνο στην παγωνιά
Στείρο επιβιώνει
Στο πενιχρό χώμα
Προφυλάσσει τα ευαίσθητα φυτά
Καταπράσινη κνίδη
Συνομιλεί με το αεράκι
Όλα καλά στην φύση
Και ο παλιατζής ακούραστος
Αισιόδοξος
Μαζεύει τα αμείωτα άχρηστα
Ανίκανοι να τα τσουβαλιάσουμε
Να πεταχτούν μακριά
Άχρηστα αντικείμενα


Άχρηστα αισθήματα 


[1] μεσημερίτζα =άνθος που ανοίγουν τα πέταλα το μεσημέρι, άνθρωπος που εγείρεται πρωί πολύ αργά

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου