27/7/14

Άλσος




Άφησε ο ήλιος τη θέρμη του
Εγκατέλειψε likely
Την πυρωμένη σκηνή
Κρύφτηκε για λίγο
πίσω από το αντικρινό
Βουνό
Η νύχτα με το πάσο της
Απλώνει τα ερεβώδη δροσερά
πέπλα της
χουλένονται[1]
από την ξεχασμένη ανάσα
του ζωοδότη
ο ουρανός αλλάζει ενδύματα
σκοτεινά αθέατα
έτοιμος να προστατεύσει
τους ταπεινούς ικέτες του
οι πεθαμένες πευκοβελόνες
καλύπτουν κάθε σπιθαμή
της άνυδρης γης
σκορπούν μαχητικά
την καλοκαιρινή τους μυρωδιά
κράζουν στα αμέριμνα βήματα
λυγίζουν δεν αντέχουν
οστά που θρυμματίζονται
παιδικές μνήμες αναδύονται
τα τζιτζίκια
ακούραστα φλύαρα
ακατάπαυστα
διοργανώνουν αυθόρμητες
συναυλίες 
τεντώνουν τις χορδές του
στο ζενίθ
αόρατα στους κορμούς
των αστικών πεύκων
ο κούκος περιμένει
υπομονετικά τη σειρά του
στέλνει μηνύματα
σε άγνωστη γλώσσα
υπότονοι ήχοι της πόλης
ταράζουν αδύναμα
τη ατμόσφαιρα
οι κρότοι ηχώ των
βεγγαλικών τρομάζει
τις νυχτόβιες υπάρξεις
που ξεθάρρεψαν για λίγο
χάνονται
σε μυστικές φωλιές
μεθυσμένη νυχτερίδα
περιφέρεται
στο γκρίζο ουρανό
οι φανοστάτες
φωτίζουν τα μονοπάτια
των περιπατητών
των αθλητών
ο ιδρώτας
εξατμίζεται
η απέραντη πέτρινη πολιτεία
καμαρώνει σαν διάνος
φωτοστολισμένη
αντέχει
σε ατμοσφαιρικές
σε φωτομόλυνσεις
σε κοινωνικομολύνσεις κλπ
αγνοεί
ευτυχώς για αυτήν
προσαρμόζεται
στην ανίατη ασθένεια της



[1] χουλένω = ζεσταίνω

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου