17/10/15

μελεσσίδιν



μελεσσίδιν[1]
Αδιάκοπα εργάζεται
Η αεικίνητη μέλισσα
Μέλος μιας συνηθισμένης
Κυψέλης χαμένης
Στο σύμπαν
Ένα απειροελάχιστο κβάντα
Μοναδικό και συνηθισμένο
Καλοκουρδισμένο
Αναζητώντας την απατηλή γύρη
Να συμβάλλει στην διατήρηση
Του είδους
Βασίλισσες, κηφήνες, εργάτριες
Αφοσιωμένη στο καθήκον
Έκαστος εφ' ω ετάχθη
Αναζητώντας
Την καθημερινή τροφή
Πλησίον της κατοικίας
Μέρες χωρίς καταιγίδες βοριάδες
Αιμοδιψή αρπαχτικά
Αδιάφορα δίποδα
Αν επιζήσει
Ευπρεπίστρια, baby sister
Ομοιότυποι κλώνοι
Εναλλάξ
Κυνηγοί θηράματα
Βασίλειο οικογένεια
Γένος είδος
Γρατσουνισμένο κακόηχο βινύλιο   


[1] μελεσσίδιν = μέλισσα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου