εντάμαν[1]
Βαριά ασήκωτα τα βήματα
Άρση βαρών
Σιγά σιγά προχωρούν
Στο βρώμικο γεμάτο παγίδες πεζοδρόμιο
Κάθε βήμα και μία νάρκη
Ένα αθεράπευτο πέσιμο
Κινούμενες πλάκες
Σκατά σκύλων
Parking
Δέντρα
Σκουπίδια
Βιαστικοί διαβάτες
Άμυαλοι πλακατζήδες έφηβοι
Διασχίζει μία ζούγκλα
Το ηλικιωμένο ζευγάρι
Βαδίζει μαζί
Αχώριστο δεμένο
με αγάπη και γκρίνια
Πλησιάζει το τέλος
Ποιος πρώτος
Ποιος δεύτερος
Ασυμπλήρωτο κενό
Σκληρό θλιβερό
But η άνοιξη είναι εδώ
Ξεπροβάλλει χαρωπή
Ευωδιαστή ξέγνοιαστη
Μέσα από την στυφή
γεροντοκοριασμένη πόλη
οι ανθισμένες νεραντζιές
γενναίες γενναιόδωρες
χύνουν την ελπίδα την σκορπούν
διώχνοντας την δυσωδία της πόλης
τα λευκά άνθη
αισιόδοξα καμαρώνουν
πλεγμένα με τα σκονισμένα πρασινωπά φύλλα
κοντοστέκεται
με δυσκολία κόβει
ένα ανθισμένο κλαδί
προσφορά άνοιξης
στο κορίτσι της νιότης του
στην συντροφικότητα των γηρατειών
στην κάλη [2] του
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου