6/2/15

αντάμωτη



αλλομίαν[1] η μοναχία[2] η αγνάραινα[3]
λασέν[4]   τη μοναξιά
αντάμωτοι[5]
ανταμώνουν
εις το προσφιλές park
stare τα δέντρα τα πουλιά
τους φλύαρους αδιάφορους ψιττακούς
there’ s no land
there’ s no  shoulder
να ξαποστάσει η σκέψη
ένα χέρι να κρατηθεί
ο άφωνος λόγος
μοναχικοί σταυροφόροι
χωρίς Αγίους ή μη τόπους
ατέρμονες άσκοπες περιπλανήσεις
έξω σε κοινή θέα
οι πληγές
χωρίς fake προσωπεία
συντροφικότητας
εξορκίζεται ο φόβος
σε μικροαστικά οικογενειακά
διαμερίσματα
σε αποξενωμένες συντροφιές
ανταπόκριτο χαιρέτισμα
βύθισμα
στην ηδεία αμφιλύκη 
στο μούχρωμα του βίου 


[1] άλλη μία φορά, πάλι

[2] απομόνωση, μοναξιά

[3] αγνάρης = αξιόλογος, εκλεκτός, αλλόκοτος, παράξενος

[4] λαχαίνω = συναντώ, τυγχάνω

[5] αντάμωτος = απροσάρμοστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου