10/9/16

Ανεβασίδι



 
Έρχεται η τεφρά μοναξιά
Σφικταγκαλιάζει το helpless  ακέραιον[1]
Λύπη η απουσία
Πόνος η χαρά
Ήλιος θαμπώνει τους ανόητους
Οφθαλμούς
Τυφλώνει
Χάνεσαι σε απατηλά νέφη
γογγυστά[2]
Αφήνεσαι σε μικροαστικούς βασάνους
Life οροσπή[3], τζαζούγαρη[4],
Ηλοκόρασον,[5] Έμορφος
Χαρούμενα τα πρωινά αισιόδοξα
Σπρώχνει τον λίθο 

 
Ανηφοριά
Μαζεύει ως μαγνήτης την πίκρα
Κολλά η γλοιώδης ματαίωση
Το ανεκπλήρωτο αρμενίζει ανίκητο
διογκώνεται το φορτίο
βαρίδια, αχάντια[6]
ματώνουν τα χέρια, το κορμί
ασήκωτη η ψυχή
μακριά η άχρηστη κορυφή
γυρνά ο απεχθής αδηφάγος βράχος
να συντρίψει ότι έχει μείνει
έρχεται ο Ύπνος ο μικρός
αδελφός του θανάτου
να λαρώσει τις πληγές
να ξαναματώσει τις παλιές
να φτιάξει άλλες
ο ήλιος της αυγής σου χαμογελά
φτερουγίζει το μειδίαμα
αλαφροΐσκιωτη
ελπίζεις πάλι
διαχειρίσημη φαίνεται η κοτρόνα
κορώνα στη κατζουμαλλού[7] κάρα


[1] ακέραιον = σώμα άψυχο
[2] γογγυστά = γυναίκα που συνεχώς παραπονείται
[3] οροσπή = εταίρα γυναίκα
[4] τζαζούγαρη = γυναίκα ραδιούργα
[5] ηλοκόρασον = κόρη ωραία λάμπει σαν τον ήλιο
[6] αχάντιν = αγκάθι
[7] κατζουμαλλού = ξεμαλλιασμένη



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου