4/9/16

«Νενίκηκάς με»




Κλειστά τα εκπεμπωτικά μέσα
Ακούγεται μόνο ο αναποφάσιστος
Αέρας
Κυκλοθυμικός
Παλεύει με την λαύρα
Φουντώνει την μιζερότητα
Επιθυμία για εθελούσιο στρέψιμον[1]
Τα δάκτυλα βαθιά στον φάρυγγα
Να εκτοξευτεί
Ο χρήζων βοήθειας εαυτός
Όλη η δυσθυμία
Ο ασυγκράτητος απεχθής θυμός
ύπουλος λουφάζει
επανέρχεται
αναχπάραχτα[2], απρόσμενα
φθινοπωρινό
άνυδρο φύλλο όλα
θρυμματίζονται
υποκύπτουν
ιερά μανία




πότε θα καλύνει[3]
εδεύε[4] ο χρόνος
εναποθέτοντας διαρκώς
στα αθηρωματικά αγγεία
την στρυφνότητα την κακομοιριά
την μεμψιμοιρία την ματαίωση
παρατηρητής του άναρχου εαυτού
«Νενίκηκάς με»


[1] στρέψιμον = ξέρασμα, εμετός

[2] αναχπάραχτα = απροόπως, ξαφνικά

[3] καλύνω = αναρρώνω

[4] δεβαίνω = διέρχομαι, περνώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου