Κλειστά τα εκπεμπωτικά μέσα
Ακούγεται μόνο ο αναποφάσιστος
Αέρας
Κυκλοθυμικός
Παλεύει με την λαύρα
Φουντώνει την μιζερότητα
Επιθυμία για εθελούσιο στρέψιμον[1]
Τα δάκτυλα βαθιά στον φάρυγγα
Να εκτοξευτεί
Ο χρήζων βοήθειας εαυτός
Όλη η δυσθυμία
Ο ασυγκράτητος απεχθής θυμός
ύπουλος λουφάζει
επανέρχεται
αναχπάραχτα[2],
απρόσμενα
φθινοπωρινό
άνυδρο φύλλο όλα
θρυμματίζονται
υποκύπτουν
ιερά μανία
πότε θα καλύνει[3]
εδεύε[4]
ο χρόνος
εναποθέτοντας διαρκώς
στα αθηρωματικά αγγεία
την στρυφνότητα την
κακομοιριά
την μεμψιμοιρία την
ματαίωση
παρατηρητής του
άναρχου εαυτού
«Νενίκηκάς με»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου