11/2/17

πουσπούρα



πουσπούρα[1]
 
















Αυτή η δειλή καρδιά
Τρέμει στην κρίση των άλλων
Οι λέξεις της μπούμερανκ
Αυτοπληγώνεται
Ηλίθιοι φόβοι και φοβίες
Ύπουλα υποχθόνια
Μικροσκοπικά, ασήμαντα
Σαράκια
Ροκανίζουν χαιρέκακα
Αναστατώνουν
Την συντηρητική καθημερινότητα
 
Οι άλλοι
Οι σημαντικοί ασήμαντοι
Άμορφοι ασαφείς
Άγνωστοι γνωστοί
ακατανίκητοι
Αόρατα πανίσχυρα πεδία
Ισορροπία
Ισχυρές ηλεκτρομαγνητικές
Δυνάμεις
Σταθερές  τροχιές
πλανήτες και πλανεμένοι
αρραγές σύνολο
πανομοιότυπων αγνώστων
ταυτόχρονα κριτές και κρινόμενοι
θύτες και θύματα
αέναη τρελή εναλλαγή ρόλων
απεγνωσμένα απειροελάχιστα
λιπόψυχα μέλη
ακυβέρνητου ορμητικού χειμάρρου
σπαραγμός
like fish out of water 
 



[1] πουσπούρα = ρίγος, τρέμουλα, φόβος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου