λιμένεμαν [1]
Λάμπει ο ήλιος
Απρόσκλητος εισβάλλει
Στα σκοτεινά δωμάτια
Ελπίζεις ότι θα σε ζεστάνει
Με τις χρυσές φωτεινές ακτίνες του
Ήλιος με δόντια
Διαπερνά το ψύχος
Φτάνει μέχρι το κόκαλο
Ύπουλο
Παγωμένο το κορμί
Παγωμένη η ψυχή
Τρεμοσβήνει το χιόνι
Στα γύρω βουνά
Παλεύει ο ήλιος
Με το ψύχος
Σταθερά και τα δύο
Ψάχνουν τα πτηνά
Του ουρανού
Ξεχασμένα σπυριά
Ψίχουλα πεταμένα
Μαραζωμένες ελιές
Εγκαταλελειμμένες
Φουσκώνουν τα φτερά τους
Να ζεσταθούν
Να βρουν μια γωνιά
Να χουχουλιάσουν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου