και πάντα για να φύγω
ετοιμαζόμουνα
στέριωσα ρίζωσα
σε δύσοσμο δύσθυμο
τέλμα
αναζητώντας απεγνωσμένα
λαρωμονή[1]
τρόπους να ξεχυθεί
να εξαφανιστεί
η άλογη θλίψη
από τα πονεμένα σωθικά
καθαρμένος νους
από τη πονεμένη σκέψη
γοές θρήνοι ουρλιαχτά
απαλλαγή
τα νύχια να ξεσκίσουν
τα ανόητα στήθη
να διαχυθεί η άφρονη ελπίδα
μέθοδοι διαχωρισμού
σφικτά συνυφασμένος μέσα μου
να σε βγάλω
από κάθε cell
ο ασυγκράτητος θρήνος
να ξεπλύνει την εμμονική
θύμηση
λυτρωτικές κραυγές
χείμαρροι τα δάκρυα
να παρασύρουν μακριά
την μαζοχική ελπίδα
ποθητή κάθαρση
μοναχικός ικέτης
σε καταργημένα Ελευσίνια μυστήρια
φόρεσα ανεπαίσθητα
τον ζεχιρισμένο[2]
έρωτα σου
μανδύας ποτισμένος
με αίμα, σπέρμα και δάκρυα
χιτώνας της Δηιάνειρας
κολλά στο πεινασμένο
σεσημασμένο δέρας
ύπουλα διαχέεται αναζωπυρώνεται
αβάσταχτοι πόνοι
σπαράζει η ηττημένη σάρκα
τα χέρια τραβούν το άθλιο
ένδυμα
σκίζεται ματώνει
ο αρρωστημένος νους
ανώφελες advices
πώς να σκοτώσεις το
αποθαμένο όνειρο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου