8/10/16

Χαχαλεύωντας



Χαχαλεύωντας [1]
σε απασάρευτες βιβλιοθήκες
Άναρχες
Αναρχειοδέτητες
Περνάει ο χρόνος
Αναζητώντας τους καρπούς
Του παρελθόντος
Για το παρόν
Εκκαθαρίσεις
Μάταιες
Χαρτιά φωτοτυπίες ατελείωτες
Ενδύματα υπομονετικά
Old and new fashion
Έρμα διφορούμενο
Χαρτιά αντικείμενα ρούχα
Likely or not  ρίζωμα
Πυκνό αδιαπέραστο

Κρατιέται η μνήμη
Η ζωή
Από παρελθοντικά 
Αστήριχτα στηρίγματα
You are your past
Τα μακρινά αροψεκαικά[2]
Καθαρίζεις παρατημένο αγροτεμάχιο
Με τα αδύναμα
θουμουρασμένα[3]
αστικά χέρια σου
Η αγριάδα ρίζωσε
Κάθε ριζίδιο που εκριζώνεται
Εκσφενδονίζει
Μύριους γόνιμους σπόρους
Γρατζουνάει το παρελθόν
Ξεσκίζει το σωθικά
Ατάραχο απρόσβλητο
Στέκει στον λαμπρό ήλιο
Στα αβυσσαλέα σκοτεινά
Τάρταρα 
Χιτώνας του Νέσσου 
 



[1] χαχαλεύω = αναζητώ, ερευνώ, ψάχνω

[2] αροψεκαικά = προχθές

[3] θουμουράζω = γίνομαι μαλακός, απαλός, υπερωριμάζω

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου