Αδελφή μου
Καὶ
εἶπε Κύριος ὁ
Θεός·
οὐ καλὸν
εἶναι τὸν ἄνθρωπον
μόνον·
ο πόνος σου
μεγάλος
αυτή η
πλευρά που ψάχνει
απεγνωσμένα το
σώμα που αποσπάστει
η ψυχή αναζητά τον
ώμο
να ακουμπήσει
ζεις
ἐν τῷ καλλίστω παραδείσῳ τῆς
τρυφῆς,
ολομόναχη
απέραντη ερημία
οι αισθήσεις
πάντα πεινασμένες
your mouth αναζητεί βουλεμικά την τροφή
full of
άχρηστες
καραμέλες
άγευστος ο πυκνός
καπνός
αναζητώντας τον
για πάντα χαμένο μαστό
την θαλπωρή του
άλλου σώματος
ικανοποιημένοι
γευστικοί κάλυκες
χορτασμένες
νευρικές απολήξεις
το δέρμα αφίεται
στην μυρωδιά του άλλου
ασφάλεια
το θολό
περίγραμμα της αγάπης
πάνω από το αθώο
βρέφος που κοιμάται
το βρέφος
ανεπαίσθητα μεταμορφώνεται
σε
ανεξέλεγκτη ανεπιθύμητη μαινάδα
ανεξέλεγκτη ανεπιθύμητη μαινάδα
δευτερόλεπτα
ελεύθερη από τη
θεϊκή μανία
φρίκη
better η αγνωσία
εκκωφαντικές οι
σκέψεις των άλλων
αισχρές
αλήθεια και ψέμα
μαζί
σε ξεκουφαίνουν
τις πταίει
τι φταίει
μύριοι ξετσίπωτοι
ανελέητοι
δαίμονες
σε
περιτριγυρίζουν
οράματα
απωθημένες
επιθυμίες
ανίκητα στα
φάρμακα
κουράστηκαν
εγκαταλείψαν όλοι
παντέρημη
χτυπιέσαι
οι κραυγές σου
η αγωνία σου
ο πόνος σου
άγνωστη γλώσσα
εύκολα ΄
αδελφή μου εμείς
οι εν δυνάμει
υγιείς
οι αδιάγνωστοι
οι ημιμαθείς
ανομολόγητα
συνειρμικά
θα αποδώσουμε
ευθύνες
στον ακαταμάχητο
θυρσό
διαχωρίζοντας την
θέση μας
αδελφίτζα[2]
μ΄
αδελφή μου
σιωπηλά φοβισμένα
σε παρακολουθώ
τα χέρια μου
παράλυτα
I can’t help
ο τρόμος μου
το αχνό ασαφές είδωλο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου