24/5/16

Μωρόγνωμη





Ο έρωτας ουρλιάζει μέσα στο κεφάλι
Θολούρα
Διαστέλλεται ο πόνος
Οι άηχες κραυγές ξεκουφαίνουν
Λιγοστεύει το Ο2
Πνίγομαι
Οι σκέψεις μαινάδες
Ασυγκράτητες
Τρομερές
Κοχλάζουν σε ερμητικά
Κλεισμένο καζάνι
Πουθενά δίοδος διαφυγής
Λυσσασμένοι ατμοί πιέζουν
το παραπαίοντα νου
αφηνιασμένα άλογα
παγιδευμένη στα χαλινάρια
σέρνομαι
ασκήσεις επιβίωσης
I will survive.
Στον άξενο κόσμο
Wake up
Γνέψω[1] μωρόγνωμη[2]


[1] γνεφίζω =ξυπνώ, ξεμεθώ

[2] μωρόγνωμος = ανόητος, μωρός, εύπιστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου