17/5/16

ονειρεύκουμαι



ονειρεύκουμαι[1]
 Ελπιδοφόρα η γυμνή
Πρωινή αντανάκλαση
Αντιστέκεται
στον αδυσώπητο χρόνο
χαρμόλυπο μειδίαμα
σαθρές αλαφροΐσκιωτες
ελπιδούλες
φτερουγίζουν χαρούμενες
καλπάζουν αλόγιστα
προς το αιματοποτισμένο
φως της αγάπης
τσουρουφλίζονται
επιμένουν εμμονικά
παίζουν με την μανία
αδιάφορη η πραγματικότητα
η φαντασία
ζωγραφίζει καμβάδες
αγάπης
ο νους γράφει αιώνιες
υπέροχες ερωτικές ιστορίες
το δέρμα εγκαταλελειμμένο
άσπλαχνα
στην στράτα
παιδί
βουβό
μου λείπεις
empty hands



[1] ονειρεύκουμαι[1] = ονειρεύομαι, ονειροπολώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου