Φυλλόσανε οι πλάτανοι
Στην υπόγεια αυτοκινητοδιάβαση
επί της οδού Καβάλας
Και επί τω ορθοτέρω
Επί της λεωφόρου Αθηνών
Στητοί στέκονται στο αφιλόξενο
Τοπίο
Ορώ τας κορυφάς των
Καθώς τα ΜΜΜ
Καλλωπίζονται
Στριμώχνονται
στους δυσδιάβατους
δρόμους
Και θέλουν το time τους
Για να μας καταδεχθούν
Αδύνατον να χαρείς
Να δροσιστείς
Στην πολυπόθητη ισκά[1]
Των καυσαέριομεγαλωμένων
Πλατάνων
Ο ανοιξιάτικος ήλιος θυμωμένος
Σιγοψήνει το στέγαστρο
Της στάσης
Κουμούλια[2]
οι επιβάτες
Στην πενιχρά σκιά
Αναμένουμε
Τραντάζονται τα πλατανόφυλλα
στο αθέατο υπόγειο
Βιαστικό ράλι
Αδιάκοπα πηγαινοέρχεται
Αμέτρητα ΙΧ, δίκυκλα και τα λοιπά
Τροχοφόρα μη σταθεράς τροχιάς
Εστιάζομαι στο θρόισμα
Των επικαλυμμένων με σκόνη
Φύλλων
Μου στέλνουν μήνυμα
Αδύνατον να το αποκρυπτογραφήσω
Στα μονά λεπτά ακούω
Ηδύς ο βίος και ο θάνατος μαυρίλα
Εις δε τα άρτια
ματαιότης ματαιοτήτων τα πάντα
Ματαιότης
Οφείλω να επισκεφτώ ιατρό
Ποίας άραγε ειδικότητος;
(έαρ -θέρος14)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου